Ὑέλη
τοῖς πράγμασιν γὰρ οὐχὶ θυμοῦσθαι χρεών· μέλει γὰρ αὐτοῖς οὐδέν· ἀλλ' οὑντυγχάνων τὰ πράγματ' ὀρθῶς ἂν τιθῇ, πράξει καλῶς → It does no good to rage at circumstance; events will take their course with no regard for us. But he who makes the best of those events he lights upon will not fare ill.
English (LSJ)
ἡ, Velia in Lower Italy, Hdt.1.167, Str.6.1.1: also called Οὐέλιαι (v.l. Βελίαι), Ptol.Geog.3.1.8; Οὐέλια D.H.1.20, who says this form is an old dialect word (ϝέλια) for ἑλώδη = marshy places; but ἕλος prob. had no. ϝ. (The coins have υελητων, υελητεων, and ϝελη (των), B Mus.Cat.Coins Italypp.304,305, 306; the Oscan name Velia was prob. adapted as ελέη (hence ελῆ is more prob. than έλη) and Ἐλέα.)
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
Velia, ville d’Italie.
Greek (Liddell-Scott)
Ὑέλη: ἡ, Λατ. Velia, πόλις ἐν τῇ Νοτίῳ Ἰταλία, ἥτις μετέπειτα ὠνομάσθη Ἐλέα, ἐξ ἧς ἐγένετο ὁ Παρμενίδης καὶ ὁ Ζήνων, Ἡρόδ. 1. 167, Στράβ. 252. (Πιθανῶς ἐκ τοῦ ἕλος = ϝέλος, Διον. Ἁλ. 1. 20).
Greek Monolingual
ἡ, Α
αρχ.
μεταγενέστερη ονομασία της Ελέας, πατρίδας τών φιλοσόφων Παρμενίδη και Ζήνωνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. Velia].
Greek Monotonic
Ὑέλη: ἡ, η πόλη Velia στην Κάτω Ιταλία, σε Ηρόδ.
Russian (Dvoretsky)
Ὑέλη: ἡ Гиела (город в Энотрии - Οἰνοτρίη) Her.