ἀμυγδάλινος
προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions
English (LSJ)
η, ον, of almonds, χρῖμα X.An.4.4.13; ἔλαιον Thphr.Od.14.
Spanish (DGE)
-η, -ον
1 de almendro ῥάβδος Sm.Ge.30.37
•injertado de almendro (ciruelas) Plin.HN 15.42.
2 de almendras χρῖμα X.An.4.4.13, ἔλαιον Thphr.Od.4.14, Dsc.1.33, Plin.HN 23.85, cf. PLond.928.14 (III a.C.), Antyll. en Orib.10.13.21.
3 de forma de almendra, PGiss.30.5 (II a.C.).
German (Pape)
[Seite 130], von Mandeln ἔλαιον Xen. An. 4, 4, 13; Diosc.
French (Bailly abrégé)
η, ον :
d'amande.
Étymologie: ἀμυγδάλη.
Russian (Dvoretsky)
ἀμυγδάλινος: миндальный (χρῖσμα Xen.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀμυγδάλινος: -η, -ον, ὁ ἐξ ἀμυγδάλων, χρῖσμα Ξεν. Ἀν. 4. 4, 13.
Greek Monolingual
-η, -ο (Α ἀμυγδάλινος, -η, -ον) ἀμυγδάλη
αυτός που περιέχει αμύγδαλο ή προέρχεται από αυτό.
Greek Monotonic
ἀμυγδάλινος: -η, -ον, αμυγδαλωτός, σε Ξεν.
Middle Liddell
[from ἀμύγδαλος
of almonds, Xen.