πολύλλιθος
From LSJ
Ubi idem et maximus et honestissimus amor est, aliquando praestat morte jungi, quam vita distrahi → Where indeed the greatest and most honourable love exists, it is much better to be joined by death, than separated by life.
English (LSJ)
ον, very stony, AP6.3 (Dionys.).
German (Pape)
[Seite 665] mit vielen Steinen, Τρηχίς, Dionys. 6 (VI, 3).
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
aux nombreuses pierres.
Étymologie: πολύς, λίθος.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πολύλλιθος -ον [πολύς, λίθος] rotsachtig.
Russian (Dvoretsky)
πολύλλῐθος: изобилующий камнями, каменистый (Τρηχίς Anth.).
Greek (Liddell-Scott)
πολύλλιθος: -ον, ὁ ἔχων πολλοὺς λίθους, Ἀνθ. Π. 6. 3.
Greek Monolingual
-ον, Α
αυτός που έχει πολλές πέτρες, πετρώδης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + -λλιθος (< λίθος), πρβλ. μονόλιθος].
Greek Monotonic
πολύλλῐθος: -ον, εξαιρετικά πετρώδης, σε Ανθ.