ἐλαιοχριστία
νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
English (LSJ)
ἡ, supply of oil for anointing, D.L. 5.71 (codd. ἐλαιοχρηστία, use of oil):—also ἐλαιοχρείστιον, (ἐλαιοχρίστιον) IG12(9).236.17 (Eretria), Ath.Mitt.33.382 (Pergam.),JHS9.231 (Paphos):— Boeot. ἐληοχρίστιον, BCH26.156 (Thespiae); tax levied for this purpose, Ostr.Strassb.178 (ii/i B.C.).
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
suministro, provisión de aceite para ungirse en el gimnasio, D.L.5.71 (= Lyco 15).
German (Pape)
[Seite 789] ἡ, das Salben mit Oel, D. L. 5, 71, wo die mss. ἐλαιοχρηστία, ἡ, Oelgebrauch, haben.
Russian (Dvoretsky)
ἐλαιοχριστία: ἡ смазывание оливковым маслом Diog. L.
Greek (Liddell-Scott)
ἐλαιοχριστία: ἡ, ἡ δι’ ἐλαίου χρῖσις, ἐπανορθωθὲν ὑπὸ Βουδαίου ἐν Διογ. Λ. 5. 71 (ἔνθα τὰ χειρόγρ. ἔχουσιν ἐλαιοχρηστία, χρῆσις ἐλαίου)· ― οὕτως ἐληοχριστήριον, τό, ἀγγεῖον χρήσιμον πρὸς τοιοῦτον σκοπόν, Keil Ἐπιγραφ. σ. 73.
Greek Monolingual
ἐλαιοχριστία, η (Α)
παροχή ελαίου για επάλειψη τών αθλητών που ασκούνταν στην παλαίστρα.