Διοσημία
Σοφὸς γὰρ οὐδείς, ὃς τὰ πάντα προσκοπεῖ → Omnia vel sapiens nemo est, qui prospexerit → Denn keinen Weisen gibt's, der alles sieht vorher
English (LSJ)
ἡ, a sign from Zeus, an omen from the sky, especially of thunder, lightning, rain, διοσημία 'στί Ar.Ach. 171: pl., Stoic.2.203, D.S.2.19, Plu.2.419e, Philostr.VA2.33, Jul. Or.7.212b. (Freq. written -εία in codd.)
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
• Alolema(s): διοσημεία Arat.SHell.89, D.S.17.85, Plu.Aem.3, Paus.3.5.8, Eun.VS 484, Marin.Procl.37, Lyd.Ost.1
señal de Zeus, presagio del cielo esp. ref. a fenómenos atmosféricos como truenos, rayos, lluvia, Ar.Ach.171, D.S.2.19, l.c., ἡ ἀπ' ὀρνίθων καὶ διοσημειῶν ... μαντική Plu.l.c., βρονταὶ καὶ διοσημίαι Plu.Dio 38.1, διοσημίαι τε καὶ σκηπτοί Philostr.VA 2.33, δ. ἢ τῆς γῆς ... σεισμός D.Chr.38.18, cf. D.C.39.39.6, δ. ἐς τὰ μέλλοντα Philostr.Her.41.18, φαμὲν τὸν Δία ὕειν καὶ διοσημίας καλοῦμεν Ach.Tat.Fr.p.83, cf. Plu.Galb.23, 2.419e, Paus.l.c., D.C.38.13.4, 40.17.2, Philostr.VA 8.23, Iul.Or.7.212b, Eun.l.c., Marin.l.c., Lyd.Ost.27, l.c.
•Διοσημεῖαι tít. de una parte de los Φαινόμενα de Arato, Arat.l.c.
German (Pape)
ἡ, nach EM. τὰ ἐκ τοῦ ἀέρος σημεῖα, Zeichen von Zeus, Himmelsscheinungen, Lufterscheinungen, bes. Donner und Blitz, Plut. Galb. 23 und öfter. Die Form διοσημεῖα, wie Arats Gedicht betitelt ist, ist zweifelhaft; der gen. scheint immer διοσημειῶν zu schreiben, Iambl. vit. Pyth. p. 124 und Polyaen. 1.32.2; bei DS. 2.19 schwankt die Lesart sehr.
Greek (Liddell-Scott)
Διοσημία: ἡ, σημεῖον ἐκ τοῦ Διός, οἰωνὸς ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, Λατ. ostentum, ἰδίως ἐπὶ βροντῆς, ἀστραπῆς, κεραυνοῦ, βροχῆς, Ἀριστοφ. Ἀχ. 171 (ἔνθα ὁ Elmsl. διώρθωσε, διοσημία ᾿στὶ ἀντὶ διοσήμι᾿ ἐστί), Διόδ. 2. 19, Πλούτ. 2. 419Ε. Πρβλ. εὐσημία. ‒ Πρβλ. Κόντ. Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 405 κἑξ.
Greek Monotonic
Διοσημία: ἡ (σῆμα), σημάδι από τον Δία, οιωνός από τον ουρανό, λέγεται για ξαφνική, αιφνίδια καταιγίδα, σε Αριστοφ.
Middle Liddell
Διο-σημία, ἡ, n σῆμα
a sign from Zeus, an omen from the sky, of a sudden storm, Ar.