ἀποστασίου
Τὸ γὰρ θανεῖν οὐκ αἰσχρόν, ἀλλ' αἰσχρῶς θανεῖν → Mors ipsa non est foeda, sed foede mori → Das Sterben bringt nicht Schmach, doch sterben in der Schmach
English (LSJ)
δίκη action against a freedman
A for having forsaken his προστάτης and chosen another, ἀ. ὀφλεῖν D.25.65, cf. 35.48, Arist.Ath.58.3, prob. in IG2.776.
II ἀποστασίου βιβλίον = writing or bill of divorce, LXX De.24.1, Ev.Matt.19.7, Ev.Marc.10.4: so ἀποστάσιον Ev.Matt.5.32.
III ἀποστασίου συγγραφή = deed of cession, conveyance, PHib. 1.96.3 (iii B.C.), cf. PGiss.36.21 (ii B.C.), etc.; ἀντίγραφονίου BGU919.23 (ii A.D.); with συγγραφή omitted, especially in phrase πρᾶσις καὶ ἀποστασίου PTeb.561v (i A.D), etc.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποστᾰσίου: δίκη, ἡ, καταγγελία ἐναντίον ἀπελευθέρου καταλιπόντος τὸν ἑαυτοῦ προστάτην ἢ προσελθόντος εἰς ἄλλον, Δημ. 790. 2., 940, 15, Ἀριστ. Ἀποσπ. 387. 388· «ἀποστασίου δίκη: δίκη τίς ἐστι κατὰ τῶν ἀπελευθερωθέντων δεδομένη τοῖς ἀπελευθερώσασιν, ἐὰν ἀφιστῶνται ἀπ’ αὐτῶν ἢ ἕτερον ἐπιγράφωνται προστάτην, καὶ ἅ κελεύουσιν οἱ νόμοι μὴ ποιῶσι καὶ τοὺς μὲν ἁλόντας δεῖ δούλους εἶναι, τοὺς δὲ νικήσαντας τελέως λοιπὸν ἐλευθέρους» Ἁρποκρ. ἐν λέξει. ΙΙ. βιβλίον ἀποστασίου, τό, ἔγγραφον διαζεύξεως, διαζύγιον, Ἑβδ. Εὐαγγ. κ. Ματθ. ιθ΄, 7, κ. Μάρκ. ι΄8, 4.
Middle Liddell
ἀποστασίου δίκη an action against a freedman for having forsaken or slighted his προστάτης, Dem.: ἀποστασίου βιβλίον, ου, τό, a writing or bill of divorce, NTest.