ἀπόφθεγμα
τῶν γὰρ μετρίων πρῶτα μὲν εἰπεῖν τοὔνομα νικᾷ → the first mention of the word moderation wins the game (Euripides, Medea 125f.)
English (LSJ)
ατος, τό,
A terse pointed saying, apophthegm, of Theramenes, X.HG2.3.56; of Anaxagoras, Arist.Metaph.1009b26; of Pittacus, Id.Rh.1389a16; of the Spartans, ib.1394b34: in pl., title of work by Plu.
German (Pape)
[Seite 334] τό, Ausspruch, bes. eine witzige, sentenzenartige Antwort, Gedenkspruch, Xen. Hell. 2, 3, 24; Cic. fam. 9, 16 u. öfter; Plut., der Sammlungen von dergleichen gemacht hat.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπόφθεγμα: τὸ, βραχὺ καὶ περιληπτικὸν λόγιον, εὐφυὴς ῥῆσις εὔστοχος ἀπάντησις, ὡς ἡ τοῦ Θηραμένους πρὸς τὸν Σάτυρον, Ξεν. Ἑλλ. 2. 3, 56· Ἀναξαγόρου δὲ καὶ ἀπόφθεγμα μνημονεύεται πρὸς τῶν ἑταίρων τινὰς Ἀριστ. Μεταφ. 3. 5, 13· ὥσπερ τὸ τοῦ Πιττακοῦ ἔχει ἀπόφθεγμα εἰς Ἀμφιάραον Ρητ. 2.12. 6· τὰ Λακωνικὰ ἀποφθέγματα αὐτόθι 21. 8. Ὁ Πλούταρχος ἐποίησε συλλογὴν ἀποφθεγμάτων.
French (Bailly abrégé)
ατος (τό) :
apophtegme, sentence, précepte.
Étymologie: ἀποφθέγγομαι.