εἰκάς
ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
English (LSJ)
άδος, ἡ, Aeol. dat. pl.
A εἰκάδεσσι B.Scol.Oxy.1361 Fr.1.5: (εἴκοσι):—twentieth day of the month (sc. ἡμέρα), Hes.Op.792,820, Plu.2.1089c, etc.: pl., B. l. c., Epicur.Fr.217; ἡ πρώτη, δευτέρα, etc., μετ' εἰκάδα, εἰκάδας, the 21st, 22nd, etc., Men.320.3, IG22.890, etc.; τετάρτη ἐπὶ εἰκάδι IG9(1).694.2 (Corc.): hence εἰκάδες, αἱ, the last ten days of the month, And.1.121; σελήνην ἄγουσαν εἰκάδας Ar.Nu.17; τρίτῃ εἰκάδι, i.e. the 23rd, Pl.Lg.849b. II name of the sixth day of the Eleusinian mysteries ( = Boedromion 20), E.Ion 1076 (pl., lyr.), cf. Plu.Phoc.28. III pl., divisions of a tribe, Hsch.
German (Pape)
[Seite 726] άδος, ἡ, die Zahl zwanzig; bes. der zwanzigste Tag im Monat, Hes. O. 818; die gew. Zählung des letzten Drittels des griechischen Monats τετάρτη, ἕκτη μετ' εἰκάδα, der 24. 26.; δευτέραν μετ' εἰκάδα Men. Ath. VI, 243; auch τρίτῃ εἰκάδι, am 23., Plat. Legg. VIII, 849 b; das letzte Drittel übh., αἱ εἰκάδες, Ar. Nubb. 17. – Bei Eur. Ion 1076 u. Plut. Phoc. 28 der 6. Tag des Eleusinischen Festes.
Greek (Liddell-Scott)
εἰκάς: -άδος, ἡ, (εἴκοσι) ἡ εἰκοστὴ τοῦ μηνὸς (ἐξυπακουομ. τῆς λέξεως ἡμέρα), Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 790, 818: - εἷς ἐκ τῶν τρόπων καθ’ οὓς ὑπελογίζοντο αἱ τελευταῖαι ἡμέραι τοῦ μηνὸς ἦτο, ἡ πρώτη, δευτέρα, κτλ.· μετ’ εἰκάδα Μένανδρ. ἐν «Μέθῃ» 2, Συλλ. Ἐπιγρ. 112. 3· τετάρτη ἐπὶ εἰκάδι Συλλ. Ἐπιγρ. 1845. 2· ἐντεῦθεν αἱ ἡμέραι αὗται ἐκαλοῦντο αἱ εἰκάδες Ἀριστοφ. Νεφ. 17, Ἀνδοκ. 16. 8· ὡσαύτως, τρίτῃ εἰκάδι, δηλ. κατὰ τὴν εἰκοστὴν τρίτην τοῦ μηνός, Πλάτ. Νόμ. 849Β· - ὁμοίως κατὰ πληθ., σελήνην... ἄγουσαν εἰκάδας Ἀριστοφ. Νεφ. 17. ΙΙ. ἡ ἕκτη ἡμέρα τῶν Ἐλευσινίων μυστηρίων ἐκαλεῖτο ὡσαύτως οὕτως, Εὐρ. Ἴων 1076, Πλουτ. Φωκ. 28.
French (Bailly abrégé)
άδος (ἡ) :
1 le 20ᵉ jour du mois;
2 particul. le 6ᵉ jour des fêtes d’Éleusis.
Étymologie: εἴκοσι.