ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητος → where there is no pain, no sorrow, no sighing, but life everlasting
και τράντασμα το, Ν τραντάζω
1. βίαιη δόνηση, απότομος κλονισμός, κραδασμός
2. βίαιη κατάρριψη, γκρέμισμα
3. μτφ. ψυχικός κλονισμός.