κυβεῖον

From LSJ
Revision as of 03:20, 10 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (1ba)

Ὁ μὲν βίος βραχύς, ἡ δὲ τέχνη μακρή, ὁ δὲ καιρὸς ὀξύς, ἡ δὲ πεῖρα σφαλερή, ἡ δὲ κρίσις χαλεπή → Life is short, art long, opportunity fleeting, experience misleading and judgment difficult

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κῠβεῖον Medium diacritics: κυβεῖον Low diacritics: κυβείον Capitals: ΚΥΒΕΙΟΝ
Transliteration A: kybeîon Transliteration B: kybeion Transliteration C: kyveion Beta Code: kubei=on

English (LSJ)

τό,

   A gaming-house, Aeschin.1.78.

German (Pape)

[Seite 1522] τό, ein Ort, wo man Würfel spielt; διημέρευεν ἐν τῷ κυβείῳ, οὗ ἡ τηλία τίθεται κα, τοὺς ἀλεκτρυόνας συμβάλλουσι καὶ κυβεύουσι, Aesch. 1, 53.

Greek (Liddell-Scott)

κῠβεῖον: τό, κυβεύω κυβευτήριον, τόπος εἰς ὃν μετέβαινον οἱ κυβεύοντες καὶ ἔπαιζον κύβους, Αἰσχίν. 8. 22.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
maison de jeu.
Étymologie: κύβος.

Greek Monolingual

κυβεῑον, τὸ (Α) κυβεύω
τόπος όπου έπαιζαν ζάρια.

Greek Monotonic

κῠβεῖον: τό (κυβεύω), οίκος που παίζονται ζάρια, σε Αισχίν.

Russian (Dvoretsky)

κῠβεῖον: τό игорный дом Aeschin.

Middle Liddell

κῠβεῖον, ου, τό, κυβεύω
a gaming-house, Aeschin.