подходящий
From LSJ
Τὸ μανθάνειν δ' ἥδιστον εὖ λέγοντος, εἰ κέρδος λέγοι → It is the sweetest thing to learn from one speaking well, if they speak profitably
Russian > Greek
ἤπιος, παρουσία, αἴσιος, σύμφυλος, εὐπρεπής, ἔμμετρος, ἀρτίκολλος, ἐπιτήδειος, ἐπιτήδεος, ἄρτιος, ἔγκαιρος, πρόσφορος, ποτίφορος, εὔχρηστος, σύμφορος, προσφυής, ἄρμενος, καίριος, εὐάρμοστος, ἱκνεύμενος, ἱκνούμενος, ἁρμόδιος, μουσικός, σύμμετρος, μέτριος, ἐμμελής, προσφερής, εὔθετος, δίκαιος, ἐοικώς, εἰκώς, ὡραῖος, ἀκμαῖος