Φρύγιος

From LSJ
Revision as of 10:57, 31 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (LSJ2 replacement)

αἰτῶ δ' ὑγίειαν πρῶτον, εἶτ' εὐπραξίαν, τρίτον δὲ χαίρειν, εἶτ' ὀφείλειν μηδενί → first health, good fortune next, and third rejoicing; last, to owe nought to any man

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Φρύγιος Medium diacritics: Φρύγιος Low diacritics: Φρύγιος Capitals: ΦΡΥΓΙΟΣ
Transliteration A: Phrýgios Transliteration B: Phrygios Transliteration C: Frygios Beta Code: *fru/gios

English (LSJ)

α, ον, also ος, ον Luc. Harm. 1; (< Φρύξ): — Phrygian, δι' αἴαςΦρυγίας A. Supp. 548 (lyr.), etc.; δείματα Φ. the terrors of the Phrygian goddess, E. El. 457 (lyr.). Φ. νόμοι, μέλεα, Phrygian music, esp. of music played on the flute, said to have been invented by Marsyas, E. Or. 1426 (lyr.), Tr. 545 (lyr.); Φ. αὐλοί Id. Ba. 127 (lyr.); πᾶσα βακχείαμάλιστα… ἐστὶν ἐν τοῖς αὐλοῖς… · ὁ διθύραμβος ὁμολογουμένως δοκεῖ εἶναι Φ. Arist. Pol. 1342b7; τῆς Φρυγίον [ἁρμονίας] τὸ ἔνθεον Luc. l.c.; Φ. διὰ πασῶν εἶδος, τόνος, τρόπος, Phrygian scale, Cleonid. Harm. 9, 12, Alyp. Diat. 7, al. Φ. λίθος, an aluminous kind of pumice-stone, used by dyers, Dsc. 5.123.

French (Bailly abrégé)

α ou ος, ον :
de Phrygie, phrygien.
Étymologie: Φρύξ.

English (Slater)

Φρῠγιος
   1 Phrygian Φρυγίας κοσμήτορα μάχας (? sc. Ὅμηρον) ?fr. 347.

Greek Monotonic

Φρύγιος: [ῠ], -α, -ον και -ος, -ον (Φρύξ
1. Φρύγιος, Φρυγικός, αυτός που ανήκει ή προέρχεται από τη Φρυγία, σε Ευρ.
2. Φρύγιοι νόμοι, μέλη, Φρυγική μουσική, δηλ. μουσική που παίζεται με αυλό, αγριότερη από τη μουσική με λύρα, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

Φρύγιος: и 2 (ῠ) фригийский (αἶα Aesch.; μέλη Eur.; ἁρμονία Luc.): Φρύγια δείματα Eur. страшные символы фригийского культа.

Middle Liddell

Φρύ˘γιος, η, ον Φρύξ
1. Phrygian, of, from Phrygia, Eur.
2. Φρ. νόμοι, μέλη Phrygian music, i. e. music played on the flute, wilder than the music for the lyre, Eur. Hence

English (Woodhouse)

Phrygian

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)