ἐγχθόνιος

From LSJ
Revision as of 15:35, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐγχθόνιος Medium diacritics: ἐγχθόνιος Low diacritics: εγχθόνιος Capitals: ΕΓΧΘΟΝΙΟΣ
Transliteration A: enchthónios Transliteration B: enchthonios Transliteration C: egchthonios Beta Code: e)gxqo/nios

English (LSJ)

ον, A in the earth, σποδιὴ κειμένη ἐ. Epigr.Gr.298, prob. in AP7.740 (Leon.). II of the country, κύλιξ APl.4.235 (Apollonid.).

Spanish (DGE)

-ον
• Grafía: graf. ἐνχ- GVI 2006.4 (Teos I d.C.)
1 hecho de tierra, de barro κύλιξ op. χρυσέον δέπας AP 16.235 (Apollonid.).
2 como pred. que está en tierra, bajo tierra ὀστέα καὶ σποδιὴ κειμένη ἐ. GVI l.c.

German (Pape)

[Seite 713] inländisch, κύλιξ Apollnd. Plan. 235.

Greek (Liddell-Scott)

ἐγχθόνιος: -ον, ἐν τῇ γῇ, γήινος, σποδιὴ κειμένη ἐγχθ. Ἐπιγράμμ. Ἑλλ. 298. ΙΙ. ἐγχώριος, κύλιξ Ἀνθολ. Πλαν. 235.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
de terre.
Étymologie: ἐν, χθών.

Greek Monotonic

ἐγχθόνιος: -ον, αυτός που είναι μέσα στη ή προέρχεται από τη γη, σε Ανθ.

Middle Liddell

ἐγ-χθόνιος, ον
in or of the country, Anth.