διαπληκτισμός
ἐπεὰν νῶτον ὑὸς δελεάσῃ περὶ ἄγκιστρον, μετιεῖ ἐς μέσον τὸν ποταμόν, ὁ κροκόδειλος ἵεται κατὰ τὴν φωνήν, ἐντυχὼν δὲ τῷ νώτῳ καταπίνει → when he has baited a hog's back onto a hook, he throws it into the middle of the river, ... the crocodile lunges toward the voice of a squealing piglet, and having come upon the hogback, swallows it
English (LSJ)
ὁ, sparring, disputing, wrangling, πρὸς Σωκράτην περί τινος Plu.2.710c(pl.); δ. τε καὶ ὀργαί Porph. Marc.2.
Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
disputa, riña πρὸς Σωκράτην ... περὶ Ἀγάθωνος Plu.2.710c, δ. τε καὶ ὀργαί Porph.Marc.2, πρὸς τοὺς γείτονας Basil.Ep.2.2, πρὸς τὸν ἀδελφόν Mac.Aeg.Serm.B 48.3.5, cf. Sch.E.Ph.43.
German (Pape)
[Seite 596] ὁ, Streit, Neckerei, πρὸς τὸν Σωκράτη Plut. Sympos. 7, 7.
Russian (Dvoretsky)
διαπληκτισμός: ὁ столкновение, стычка, спор (πρός τινα περί τινος Plut.).
Greek (Liddell-Scott)
διαπληκτισμός: ὁ, ἔρις, μάχη, πρός τινα Πλούτ. 2. 710C.
Greek Monolingual
ο (Α διαπληκτισμός) διαπληκτίζομαι
1. ανταλλαγή ύβρεων ή γρονθοκοπημάτων
2. διαμάχη, προστριβή.