κλιμακίζω
ἢν μή τις ὥσπερ σφηκιὰν βλίττῃ με κἀρεθίζῃ → may no one squeeze me and tease me like a wasp | may no one smoke me and tease me like a wasp | but if anyone annoys me and rifles my nest, they'll find a wasp inside | still if you wake a wasps' nest then of wasps you must beware
English (LSJ)
A use the wrestler's trick called κλῖμαξ (signf. III), Ar.Fr.4 D., Poll.3.155.
2 metaph., pervert, distort, τοὺς νόμους Din.Fr.9.1 (κλιμάζω Harp., Phot.).
3 rear (?), of a horse, Ar.Fr.63b.
German (Pape)
[Seite 1453] ein Kunstausdruck aus der Sprache der Ringer, wahrscheinlich sich auf den Rücken des Gegners schwingen u. ihn so zum Falle bringen, Poll. 3, 155. Die VLL. citiren aus Dinarch. οὗτος κλιμακίζει τοὺς νόμους, was sie παράγει καὶ διαστρέφει erkl., die Gesetze verspotten, umgehen, s. B. A. 272, 15.
Greek (Liddell-Scott)
κλῑμᾰκίζω: μέλλ. -ίσω, μεταχειρίζομαι τὸ τοῦ παλαιστοῦ τέχνασμα τὸ καλούμενον, κλῖμαξ (σημασ. ΙΙΙ), Πολυδ. Γ΄, 156. ΙΙ. μεταφ., διαστρέφω, διαφθείρω, τοὺς νόμους Δείναρχ. παρὰ Σουΐδ., ἔνθα ὁ Ἁρποκρ. καὶ ὁ Φώτ. ἔχουσι: κλιμάζω.
Greek Monolingual
κλιμακίζω (Α) κλίμαξ
1. (για παλαιστές) προσπαθώ να καταβάλλω τον αντίπαλό μου πηδώντας πάνω στα νώτα του και καταπιέζοντάς τον
2. μτφ. διαστρέφω, διαφθείρω («κλιμακίζειν τοὺς νόμους», Δείν.)
3. πιθ. (για ίππο) σηκώνω, ανυψώνω.