τιτθίον

From LSJ

τίς γὰρ ἁδονᾶς ἄτερ θνατῶν βίος ποθεινὸς ἢ ποία τυραννίς; τᾶς ἄτερ οὐδὲ θεῶν ζηλωτὸς αἰών → What human life is desirable without pleasure, or what lordly power? Without it not even the life of the gods is enviable.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τιτθίον Medium diacritics: τιτθίον Low diacritics: τιτθίον Capitals: ΤΙΤΘΙΟΝ
Transliteration A: titthíon Transliteration B: titthion Transliteration C: titthion Beta Code: titqi/on

English (LSJ)

τό, Dim. of
A τιτθός 1, Crates Com.40, Ar.Ach.1199, Ra.415 (lyr.), Men. Sam.51, Antiph.106.4.

German (Pape)

[Seite 1121] τό, dim. von τίτθη, Brüstchen, Ar. Ach. 1199 Plut. 1067 u. A.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
dim. de τιτθός.

Russian (Dvoretsky)

τιτθίον: τό сосочек Arph.

Greek (Liddell-Scott)

τιτθίον: τό, ὑποκορ. τοῦ τιτθός, τῶν τιτθίων, ὡς σκληρὰ καὶ κυδώνια Ἀριστοφ. Ἀχ. 1199· χιτωνίου παραρραγέντος τιτθίον προκῦψαν Βάτρ. 412, κ. ἀλλ.

Greek Monolingual

τὸ, Α τιτθός
(υποκορ. του τιτθός) μικρός μαστός, βυζάκι.

Greek Monotonic

τιτθίον: τό, υποκορ. του τιτθός, σε Αριστοφ.

Middle Liddell

τιτθίον, ου, τό, [Dim. of τιτθός, Ar.]