κατεναντίον

Revision as of 08:45, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

English (LSJ)

= foreg., τινι Il.21.567;    A ἀλλήλοισιν AP9.132, Man.1.215, etc.; ἐκείνου (v.l. ἐκείνῳ) Hes.Sc.73, cf. A.R.2.360; τῆς ἀκροπόλιος Hdt.3.144: abs., Man.1.285:—alsoκατ-εναντία, νήσου A.R. 2.1116: abs., κ. κεῖνται D.P.114.

German (Pape)

[Seite 1395] entgegen, gegenüber, τινί, ἐλθεῖν Il. 21, 567; ὁρμηθῆναι Hes. Sc. 73; sp. D.; τινός, Ap. Rh. 2, 350.

Greek (Liddell-Scott)

κατεναντίον: Ἐπίρρ., ἐναντίον, ἐπὶ ἐχθρικῆς σημ., τινὶ Ἰλ. Χ. 567· κ. ἐκείνῳ ὁρμηθῆναι Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 73· κ. ἀλλήλοις ἐλθόντες Ἀνθ. ΙΙ. 9.132, κτλ.· ἐναντίον, ἀπέναντι, ἀντικρύ, τινὸς Ἡρόδ. 3. 144, Ἀπολλ. Ρόδ., κτλ.·- ὡσαύτως κατεναντία, Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 1116, Διον. ΙΙ. 114.

French (Bailly abrégé)

adv.
en face de, dat. ou gén..
Étymologie: κατά, ἐναντίον.

English (Autenrieth)

down against, go to meet; τινί, Il. 21.567†.

Greek Monolingual

κατεναντίον (Α)
επίρρ.
1. εναντίον κάποιου («εἰ δὲ κὲν οἱ προπάροιθε πόλιος κατεναντίον ἔλθω», Ομ. Ιλ.)
2. ακριβώς απέναντι, καταντικρύ.

Greek Monotonic

κατεναντίον: επίρρ., ακριβώς αντίθετα, αντίκρυ, ενώπιον, τινί, σε Ομήρ. Ιλ., Ησίοδ.· τινός, σε Ηρόδ. κ.λπ.

Russian (Dvoretsky)

κατεναντίον: praep. cum gen. et dat. против (τινί ἐλθεῖν Hom.; ὁρμηθῆναι Hes.; κ. τῆς ἀκροπόλιος Her.).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κατεναντίον [κατά, ἐναντίος] tegenover; met gen.: κ. τῆς ἀκροπόλιος tegenover de acropolis Hdt. 3.144. tegemoet, met dat.: εἰ δέ κέ οἱ... κατεναντίον ἔλθω en als ik hem tegemoet treed Il. 21.567.

Middle Liddell


over against, opposite, before, τινί Il., Hes.; τινός Hdt., etc.