ἐπιφωνέω

Revision as of 06:52, 30 October 2024 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "S.''OC''" to "S.''OC''")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

English (LSJ)

A mention by name, tell of, ἐπιφωνεῖν..ἱερὰν θήκην S.OC 1762 (anap.), cf. Aristaenet.1.14:—Med., Il.Parv.Fr.2.
b add a title, Ph.1.337.
2 say with respect to, τινὶ ἐπιφώνημα Plu.Alex. 3; εἴς τι Id.Luc.39; ἐπί τινος Apollon.Cit.3; apply a phrase to, τινι Ath.5.178e: freq. of quoted sayings, ἐ. τὸ τραγικόν κτλ. Ph.1.127, cf. Plu.Alc.23, al.
3 call out, proclaim, exclaim, ἐ. ὡς εὖ ἡμῖν βεβίωται Epicur.Sent.Vat.47; ἐπεφώνουν λέγοντες κτλ. Ev.Luc.23.21, cf. PRyl.77.33 (ii A.D.); ἐ. τινὶ καλῶς λέγειν Aristeas 196, cf. Phld.Herc.1251.17,al., lG14.830 (Puteoli, ii A.D.); τῷ παρὰ δεῖπνον ἀκράτῳ προσδιδομένῳ τὸν Ἀγαθὸν ἐπιφωνοῦσι Δαίμονα Philonid.Med. ap. Ath.15.675b:—Pass., τὸ τοῖς γαμοῦσιν -φωνούμενον ταλασίῳ" Plu. Pomp.4.
4 respond, in ritual, LXX 2 Ma.1.23.
5 subjoin, add as a finishing touch, Demetr.Eloc.107:—Pass., ib.110, Hermog.Inv.4.9.

German (Pape)

[Seite 1002] zurufen, Sp.; τὸ τοῖς γαμοῦσιν ἐπιφωνούμενον Plut. Pomp. 4; beilegen, Ath. V, 178 e; zu Jemandem nennen, μήτ' ἐπιφωνεῖν μηδένα θνητῶν θήκην Soph. O. C. 1759; hinzusetzen in der Rede, benennen, nennen, Sp., wie Aristaen. 1, 14; nach Harpocr. der vulgäre Ausdruck für ἐπισημαίνεσθαι u. ἐπαινεῖν.

French (Bailly abrégé)

ἐπιφωνῶ :
pf. ἐπιπεφώνηκα;
1 dédier, consacrer à, τινι;
2 désigner par son nom, prononcer le nom de, acc.;
3 parler sur ou de : τινι, εἴς τι de qch;
NT: crier ; s'écrier.
Étymologie: ἐπί, φωνέω.

Russian (Dvoretsky)

ἐπιφωνέω:
1 называть по имени, упоминать вслух (θήκην ἱεράν Soph.);
2 восклицать, издавать приветственные возгласы (τινι и εἴς τι Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιφωνέω: πλησιάζω εἴς τι μέρος φωνῶν, μήτ’ ἐπιφωνεῖν μηδένα θνητῶν θήκην ἱερὰν Σοφ. Ο. Κ. 1762, πρβλ. Ἀρισταίν. 1. 14: ἐν τῷ Μέσῳ τύπῳ, Ἀποσπ. Ὁμ. 42. 2) ἐπιφωνῶ, λέγω τι περί τινος ἢ ἀναφερόμενος εἴς τι. ᾧ Ἡγησίας ὁ Μάγνης ἐπιπεφώνηκεν ἐπιφώνημα κατασβέσαι τὴν πυρκαϊὰν ἐκείνην ὑπὸ ψυχρίας δυνάμενον Πλουτ. Ἀλέξ. 3· εἴς τι ὁ αὐτ. ἐν Λουκούλλῳ 39· ἐφαρμόζω εἴς τινα, τινί τι Ἀθήν. 178Ε. 3) προσφωνῶ, τινί τι Πλουτ. Πομπ. 4. 4) συναινῶ, Συλλ. Ἐπιγρ. 5853. 36.

English (Strong)

from ἐπί and φωνέω; to call at something, i.e. exclaim: cry (against), give a shout.

English (Thayer)

ἐπιφώνω: (imperfect ἐπεφώνουν); to call out to, shout: followed by direct discourse, τί, L T Tr WH. (Sophocles on.))

Greek Monotonic

ἐπιφωνέω: μέλ. -ήσω,
1. αναφέρω ονομαστικά, κατονομάζω, σε Σοφ.
2. λέω κάτι για κάποιον ή κάνω αναφορά σε κάτι, τινί ή εἴς τι, σε Πλούτ.
3. καλώ σε βοήθεια ή απευθύνομαι προς, στον ίδ.

Middle Liddell

fut. ήσω
1. to mention by name, tell of, Soph.
2. to say upon or with respect to, τινί or εἴς τι Plut.
3. to call out or address to, Plut.

Chinese

原文音譯:™pifwnšw 誒披-賀尼哦
詞類次數:動詞(3)
原文字根:在上-聲音
字義溯源:喧嚷,喊叫,喊著,喊著說;由(ἐπί)*=在⋯上)與(φωνέω / ἐμφωνέω)=發聲)組成;而 (φωνέω / ἐμφωνέω)出自(φωνή)*=聲音)。這字使用四次,總是與群眾有關連參讀 (ἀναβοάω)同義字
出現次數:總共(4);路(1);徒(3)
譯字彙編
1) 他們⋯喧嚷(1) 徒22:24;
2) 喊叫(1) 徒21:34;
3) 喊著說(1) 徒12:22;
4) 喊著(1) 路23:21