основание
Russian > Greek
ἕδρα, ἕδρη, ἀπόβασις, ὑποβολή, ἵδρυμα, ὑπόστασις, πυθμήν, κατοίκισις, κατοικία, ἀφορμή, ῥίζα, πρύμνα, πρύμνη, θεμέλιος, πρυμνόν, πέζα, ἑδώλιον, ἐπίγαιος, ἀρχή, ἀρχά, πρέμνον, ἔρεισμα, θέμεθλα, ὑπόθεμα, ἔδαφος, πυργοῦχος, οἰκισμός, κτίσις, ὑποστάθμη, βάθρον, ὑπέρεισμα, ἕρμα, ὑπόβαθρον, σκῆψις, πτέρνα, πτέρνη, κρηπίς, καταβολή, βάσις, αἰτία