απερείδω
From LSJ
Ubi idem et maximus et honestissimus amor est, aliquando praestat morte jungi, quam vita distrahi → Where indeed the greatest and most honourable love exists, it is much better to be joined by death, than separated by life.
Greek Monolingual
ἀπερείδω (Α) ερείδω
1. στηρίζω, προσηλώνω
2. προσηλώνομαι
3. μέσ. ακουμπώ, στηρίζομαι, βασίζομαι, επαναπαύομαι
4. (μέσ. με ενεργ. σημ.) α) στηρίζω, προσηλώνω (το ους, την χείρα, τας ελπίδας)
β) κατευθύνω (οργήν είς τινα)
γ) επιρρίπτω την κατηγορία, ρίχνω την ευθύνη σε κάποιον
δ) μεταφέρω ασφαλώς, εναποθέτω
ε) υφίσταμαι τις ωδίνες του τοκετού, γεννώ.