Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ' ἔμφρων πατήρ → Prudente patre bonum non maius filio → Dem Sohn ist ein verständiger Vater größtes Gut
το (Μ ἔχει)
1. περιουσία
2. πλούτος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άκλιτος τύπος που προήλθε από το απρμφ. ενεστ. έχειν του ρ. έχω (I) (με σίγηση του ληκτικού -ν)
πρβλ. το φιλί, ορθότ. το φιλεί < φιλεῖν].