παυρίδιος
πρὶν τοὺς ἰχθῦς ἑλεῖν σὺ τὴν ἅλμην κυκᾷς → you're mixing the sauce before catching the fish | don't count your chickens before they are hatched | don't count your chickens before they hatch | first catch your hare | first catch your rabbit | first catch your rabbit and then make your stew | first catch your hare, then cook it | first catch your hare, then cook him
English (LSJ)
[ῐδ], η, ον,
A = παῦρος, π. ἐπὶ χρόνον Hes. Op. 133.
German (Pape)
[Seite 537] poet. statt παῦρος, wenig, von der Zeit, Hes. O. 135, im neutr. παυρίδιον als adv., ein klein wenig.
Greek (Liddell-Scott)
παυρίδιος: -α, -ον, = παῦρος, π. ἐπὶ χρόνον Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 132.
Greek Monolingual
-ίη, -ον, Α
υποκορ. μικρός, λίγος, βραχύς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παῦρος + επίθημα -ίδιος. Το επίθ. έχει χρονική σημ. και έχει σχηματιστεί κατά τα επίσης χρονικά ἀΐδιος, αἰφνίδιος.
Greek Monotonic
παυρίδιος: -α, -ον = παῦρος, σε Ησίοδ.