договор
From LSJ
οὐ παντὸς ἀνδρὸς ἐς Κόρινθον ἔσθ' ὁ πλοῦς → it's not for every man to make a journey to Corinth, not everyone can afford a trip to Corinth
Russian > Greek
σπονδή, σπονδά, γραμματεῖον, συγγραφή, ὁμολόγημα, ὁρισμός, διάταξις, ἀρμονία, ἁρμονίη, ἁρμονιά, συνάλλαγμα, σύμβασις, συνημοσύνη, συνθήκη, σύνταξις, διαθήκη, γραφή, συμβόλαιον