ἐσύστερον

From LSJ
Revision as of 15:55, 29 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")

Ξένον ἀδικήσῃς μηδέποτε καιρὸν λαβών → Occasione laedito nulla hospitem → Tu keinem Fremden Unrecht trotz Gelegenheit

Menander, Monostichoi, 397
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐσύστερον Medium diacritics: ἐσύστερον Low diacritics: εσύστερον Capitals: ΕΣΥΣΤΕΡΟΝ
Transliteration A: esýsteron Transliteration B: esysteron Transliteration C: esysteron Beta Code: e)su/steron

English (LSJ)

Adv. for εἰς ὕστερον,

   A hereafter, Od.12.126, Hdt.5.41 : better written divisim.

German (Pape)

[Seite 1045] wird besser ἐς ὕστερον geschrieben.

Greek (Liddell-Scott)

ἐσύστερον: Ἐπίρρ. ἀντὶ τοῦ ἐς ὕστερον, μετὰ ταῦτα, Ὀδ. Μ. 126 (ἔνθα νῦν γράφεται διῃρημένως ἐς ὕστερον), Ἡρόδ. 5. 41.

Greek Monolingual

ἐσύστερον (Α)
(επίρρ. αντί ἐς ὕστερον) στο μέλλον, από 'δω και πέρα, ύστερα, κατόπιν («ἡ ἐσύστερον ἐπελθοῡσα γυνή», Ηρόδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. «Σύνθετο εκ συναρπαγής» από τη φράση ες ύστερον].

Greek Monotonic

ἐσύστερον: επίρρ. αντί εἰς ὕστερον, από εδώ κι εμπρός, στο εξής, εφεξής, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

ἐσύστερον: эп. = εἰς ὕστερον.