ἐσύστερον
From LSJ
English (LSJ)
Adv. for εἰς ὕστερον, hereafter, Od.12.126, Hdt.5.41: better written divisim.
German (Pape)
[Seite 1045] wird besser ἐς ὕστερον geschrieben.
Russian (Dvoretsky)
ἐσύστερον: эп. = εἰς ὕστερον.
Greek (Liddell-Scott)
ἐσύστερον: Ἐπίρρ. ἀντὶ τοῦ ἐς ὕστερον, μετὰ ταῦτα, Ὀδ. Μ. 126 (ἔνθα νῦν γράφεται διῃρημένως ἐς ὕστερον), Ἡρόδ. 5. 41.
Greek Monolingual
ἐσύστερον (Α)
(επίρρ. αντί ἐς ὕστερον) στο μέλλον, από 'δω και πέρα, ύστερα, κατόπιν («ἡ ἐσύστερον ἐπελθοῦσα γυνή», Ηρόδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. «Σύνθετο εκ συναρπαγής» από τη φράση ες ύστερον].
Greek Monotonic
ἐσύστερον: επίρρ. αντί εἰς ὕστερον, από εδώ κι εμπρός, στο εξής, εφεξής, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ.