πέραθεν

From LSJ
Revision as of 14:45, 14 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+), ([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1, $2")

Ὥσπερ οἱ ἐρωτικοὶ ἀπὸ τῶν ἐν αἰσθήσει καλῶν ὁδῷ προϊόντες ἐπ' αὐτὴν καταντῶσι τὴν μίαν τῶν καλῶν πάντων καὶ νοητῶν ἀρχήν → Just as lovers systematically leave behind what is fair to sensation and attain the one true source of all that is fair and intelligible

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πέρᾱθεν Medium diacritics: πέραθεν Low diacritics: πέραθεν Capitals: ΠΕΡΑΘΕΝ
Transliteration A: pérathen Transliteration B: perathen Transliteration C: perathen Beta Code: pe/raqen

English (LSJ)

Adv., (πέρα)

   A from beyond, from the far side, E.Heracl.82 (lyr.), X.HG3.2.2 : Ion. πέρηθε Hdt.6.33 ; πέρηθεν τοῦ Εὐφρήτεω Luc.Syr.D.13.

German (Pape)

[Seite 562] adv., von jenseits her, von drüben her; Eur. Heracl. 83; Xen. Hell. 3, 2, 2; s. πέρηθεν.

Greek (Liddell-Scott)

πέρᾱθεν: Ἰων. πέρηθεν. Ἐπίρρ., (πέρα) ἐκ τοῦ πέραν, ἐκ τοῦ περαιτέρω μέρους, Ἡρόδ. 6. 33, Εὐρ. Ἡρακλ. 82, Ξεν. Ἑλλ. 3. 2, 2.

French (Bailly abrégé)

adv.
du côté opposé, d’au delà.
Étymologie: πέρα, -θεν.

Greek Monolingual

και ιων. τ. πέρηθε(ν), Α
(τοπ. επίρρ.) από το απέναντι μέρος, απ' αντικρύ («τσι περαζόμενους καιρούς, που οι Έλληνες ωρίζα», Ερωτόκρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πέρα + επιρρμ. κατάλ. -θεν (πρβλ. άνω-θεν)].

Greek Monotonic

πέρᾱθεν: Ιων. -ηθεν, επίρρ. (πέρα), από πέρα, από το μέρος που είναι πιο πέρα ή πιο απομακρυσμένο, σε Ηρόδ., Ευρ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πέρᾱθεν, Ion. πέρηθε(ν) [πέρα] adv., van de overkant; met gen.. πέρηθεν τοῦ Εὐφρήτεω van de overkant van de Eufraat Luc. 44.13.

Middle Liddell

πέρα
from beyond, from the far side, Hdt., Eur.