Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μάνταλος

From LSJ
Revision as of 14:40, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Λύπης ἰατρός ἐστιν ἀνθρώποις λόγος – For men reason is a healer of grief – Für Menschen ist der Trauer Arzt allein das WortMaeroris unica medicina oratio.

Menander, Sententiae, 452

Greek Monolingual

και μάνδαλος, ο (AM μάνδαλος, Μ και μάνταλος)
σιδερένια ή ξύλινη ράβδος με την οποία κλείνεται από μέσα η πόρτα ή το παράθυρο, η αμπάρα, ο σύρτης
νεοελλ.
στρατ. μηχανισμός του κλείστρου τών πυροβόλων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Τεχνικός όρος αβέβαιης ετυμολ., που εμφανίζει επίθημα -αλος (πρβλ. κόκκ-αλος). Η λ. συνδέεται πιθ. με το μάνδρα και ανάγεται πιθ. σε ΙΕ ρίζα mand- «περίφραξη με τη μορφή φράχτη». Η άποψη κατά την οποία η λ. συνδέεται με το ἀμάνδαλον δεν φαίνεται πειστική].