μεταίτης

From LSJ
Revision as of 11:30, 1 January 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(s.v.l.)" to "(s.v.l.)")

Ἤθους δὲ βάσανός ἐστιν ἀνθρώποις χρόνος → Est moris explorator humani dies → Des menschlichen Charakters Wetzstein ist die Zeit

Menander, Monostichoi, 219
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεταίτης Medium diacritics: μεταίτης Low diacritics: μεταίτης Capitals: ΜΕΤΑΙΤΗΣ
Transliteration A: metaítēs Transliteration B: metaitēs Transliteration C: metaitis Beta Code: metai/ths

English (LSJ)

ου, ὁ, A beggar, Ph.2.516, Luc.Nec.15 (s.v.l.), Artem. 3.53.

German (Pape)

[Seite 147] ὁ, der Bettler, Luc. Necyom. 15.

Greek (Liddell-Scott)

μεταίτης: -ου, ὁ, ἐπαίτης, Λουκ. Νεκυομαντ. 15, Ἀρτεμίδ. 3. 53· ― παρὰ Σουΐδ. ὑπάρχει καὶ τύπος μέταιτος, περὶ οὗ λέγει: «μέταιτος, προσαίτης, ἐπαίτης», ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 133, πρβλ. καὶ τὴν λέξιν, προΐκτης.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
mendiant.
Étymologie: μεταιτέω.

Greek Monolingual

μεταίτης και, κατά το λεξ. Σούδα, μέταιτος, ὁ (Α) μεταιτώ
επαίτης, ζητιάνος.

Greek Monotonic

μεταίτης: -ου, ὁ, ζητιάνος, σε Λουκ.

Russian (Dvoretsky)

μεταίτης: ου ὁ просящий подаяния, нищий Luc.

Middle Liddell

μεταίτης, ου, ὁ, [from μεταιτέω
a beggar, Luc.