ἐκδοχεῖον

From LSJ
Revision as of 11:50, 15 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " l.c." to " l.c.")

Κέρδος πονηρὸν ζημίαν ἀεὶ φέρει → Quaestus iniquos damna consequi solent → Unehrlicher Gewinn trägt immer Strafe ein

Menander, Monostichoi, 301
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐκδοχεῖον Medium diacritics: ἐκδοχεῖον Low diacritics: εκδοχείον Capitals: ΕΚΔΟΧΕΙΟΝ
Transliteration A: ekdocheîon Transliteration B: ekdocheion Transliteration C: ekdocheion Beta Code: e)koxei=on

English (LSJ)

τό, A reservoir, tank, J.BJ1.15.1, Peripl.M.Rubr. 27.

German (Pape)

[Seite 758] τό, der Behälter, Ios.

Greek (Liddell-Scott)

ἐκδοχεῖον: τό, δοχεῖον, δεξαμενή, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Πόλ. 1. 15, 1, Συλλ. Ἐπιγρ. 3454· κατὰ Σουΐδ. καὶ Ζωναρ. «ἐκδοχεῖον, τὸ ταμεῖον»· προσέτι, ἐκδόχιον, εἰμὶ δὲ Μουσάων μυστικὸν ἐκδόχιον Ἀνθ. Παλατ. 14. 60· πρβλ. Πρόκλ. εἰς Πλάτ. Τίμ. σ. 293, ἔκδ. Βασιλείας.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
réservoir, récipient, d’où
1 citerne;
2 c. ἀμίς.
Étymologie: ἐκδοχή.

Spanish (DGE)

-ου, τό
• Alolema(s): -ίον AP 14.60.2
1 depósito, receptáculo del cuerpo, ref. a la sepultura, Demetr.Lac.Herc.1012.41.11 (dud.), c. gen. obj. τῆς λείας I.BI 4.512, εἰμὶ δὲ Μουσάων μυστικὸν ἐ. ref. a una tablilla AP l.c., πᾶς δ' ὁ γεννώμενος ἐν τῇ χώρᾳ λίβανος εἰς αὐτὴν ὥσπερ ἐ. εἰσάγεται Peripl.M.Rubri 27, τῶν ἐκκρίσεων τὰ ἐκδοχεῖα los recipientes de excrementos Clem.Al.Paed.2.3.39
fig. ἐ. πάντων τὸ ἱερὸν γέγονεν I.BI 5.402, ἡ ἀκοὴ ... ὥς φησιν Δημόκριτος «ἐ. μύθων οὖσα» Porph.in Harm.32.10 (= Democr.A 126a), cf. Iren.Lugd.Haer.1.14.1.
2 depósito, almacén, ID 1416B.1.4, 1417C.15 (ambas II a.C.).
3 cisterna, aljibe τό τε ὑδραγώγιον καὶ τὸ ἐ. ... κατασκευάσασα IBeroeae 40.6 (II d.C.), cf. ILaod.Lyk.12 (I d.C.), SEG 43.791.3 (Éfeso I d.C.), I.BI 3.186, τῶν γὰρ ἐκδοχείων ὕδατος ἀναπλησθέντων I.BI 1.287, cf. AI 14.391, exceptorium, Gloss.2.289.

Greek Monolingual

ἐκδοχεῑον, το (AM)
μσν.
ταμείο
αρχ.
δοχείο, δεξαμενή, στέρνα·