ἐξάνοιξις
From LSJ
Κακὸν φυτὸν πέφυκεν ἐν βίῳ γυνή, καὶ κτώμεθ' αὐτὰς ὡς ἀναγκαῖον κακόν → In vita occrevit nobis ut gramen mulier, malumque hoc opus est servemus domi → Ein schlimm Gewächs erwuchs im Leben uns die Frau, und wir besitzen sie als unumgänglich Leid
English (LSJ)
εως, ἡ, opening, Str.16.1.10.
German (Pape)
[Seite 870] ἡ, die Eröffnung, τῶν στομάτων Strab. XVI, 740.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξάνοιξις: -εως, τὸ ἀνοίγειν τι ὅπερ ἐκλείσθη, τῇ ἐξανοίξει τῶν στομάτων (τῶν διωρύχων) Στράβ. 740.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ apertura ἐ. τῶν στομάτων de los canales, Str.16.1.10.
Greek Monolingual
ἐξάνοιξις, η (Α) εξανοίγω
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του εξανοίγω, το πλήρες άνοιγμα, το να σχηματίζει κάποιος διέξοδο.