βλαβεραυγής

From LSJ
Revision as of 12:00, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")

ἀλλὰ μὴν καὶ ἀναπαύσεώς γε δεομένοις ἡμῖν νύκτα παρέχουσι κάλλιστον ἀναπαυτήριον → and again, we need rest; and therefore the gods grant us the welcome respite of night

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βλᾰβεραυγής Medium diacritics: βλαβεραυγής Low diacritics: βλαβεραυγής Capitals: ΒΛΑΒΕΡΑΥΓΗΣ
Transliteration A: blaberaugḗs Transliteration B: blaberaugēs Transliteration C: vlaveravgis Beta Code: blaberaugh/s

English (LSJ)

ές, baneful-gleaming, Man.4.309.

Spanish (DGE)

(βλᾰβεραυγής) -ές
• Morfología: [gen. no contr. -έος Man.4.309]
de fulgor maligno Κρόνου βλαβεραυγέος ἀστήρ Man.l.c., φέγγος Man.4.472.

German (Pape)

[Seite 446] Κρόνος, verderblich strahlend, Man. 4, 309.

Greek (Liddell-Scott)

βλαβεραυγής: -ές, ὁ βλαβερῶς, φωτίζων, φέγγων, Μανέθ. 4. 309.

Greek Monolingual

βλαβεραυγής (-οῦς), -ές (Α)
αυτός που προκαλεί βλάβη με τη λάμψη του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βλαβερός + -αυγής < αύγος, αυγή (πρβλ. ανταυγής, διαυγής, τηλαυγής κ.ά.)].