ἱεροφαντία

From LSJ
Revision as of 17:40, 2 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")

οὐ μακαριεῖς τὸν γέροντα, καθ' ὅσον γηράσκων τελευτᾷ, ἀλλ' εἰ τοῖς ἀγαθοῖς συμπεπλήρωται· ἕνεκα γὰρ χρόνου πάντες ἐσμὲν ἄωροι → do not count happy the old man who dies in old age, unless he is full of goods; in fact we are all unripe in regards to time

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱεροφαντία Medium diacritics: ἱεροφαντία Low diacritics: ιεροφαντία Capitals: ΙΕΡΟΦΑΝΤΙΑ
Transliteration A: hierophantía Transliteration B: hierophantia Transliteration C: ierofantia Beta Code: i(erofanti/a

English (LSJ)

ἡ, office of hierophant, Plu.Alc.34, Luc.Alex.38 (pl.), Theo Sm.p.15 H.

German (Pape)

[Seite 1243] ἡ, das Amt des Hierophanten, Plut. Alc. 34.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
ministère de l'hiérophante.
Étymologie: ἱεροφάντης.

Greek (Liddell-Scott)

ἱεροφαντία: ἡ, τὸ ἀξίωμα τοῦ ἱεροφάντου, Πλουτ. Ἀλκιβ. 34. 2) ἡ ἀποκάλυψις ἱερῶν πραγμάτων, Κλήμ. Ἀλ. Ι. 112C, 1216C.

Greek Monolingual

ἱεροφαντία, ἡ (Α) ιεροφάντης
το αξίωμα και το έργο του ιεροφάντη.

Greek Monotonic

ἱεροφαντία: ἡ, αξίωμα του ιεροφάντη, σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

ἱεροφαντία: ἡ тж. pl. должность или сан иерофанта Plut.

Middle Liddell

ἱεροφαντία, ἡ, [from ἱεροφάντης
the office of hierophant, Plut.