μυθιήτης

From LSJ
Revision as of 14:45, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

Ἐρωτώμενος διὰ τί ὀλίγους ἔχει μαθητάς, ἔφη ὅτι ἀργυρέᾳ αὐτοὺς ἐκβάλλω ῥάβδῳ → When asked why he had so few pupils, he replied ‘I chase them away with a silver stick (Diogenes Laertius 6.4.5, on the philosopher Antisthenes)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μῡθῐήτης Medium diacritics: μυθιήτης Low diacritics: μυθιήτης Capitals: ΜΥΘΙΗΤΗΣ
Transliteration A: mythiḗtēs Transliteration B: mythiētēs Transliteration C: mythiitis Beta Code: muqih/ths

English (LSJ)

ου, ὁ, in plural, = στασιασταί, στασιῶται, Anacr.16 (cf. μυθητῆρες, μύθαρχοι, μῦθος III); in sg., οὐ μυθιήτης, οὐ δικασπόλος κεῖνος (sc. Νίνος) Phoen.1.7.

German (Pape)

[Seite 214] ὁ, = μυθητής; nach Apoll. L. H. braucht es Anacr. = στασιώτης. Bei Ath. XII, 530 e in einem Verse des Phoenix Caloph. stand sonst μυθιητής, jetzt μὴν θυητής.

Russian (Dvoretsky)

μῡθιήτης: ου ὁ Anacr. v.l. = *μυθίτης.

Greek (Liddell-Scott)

μῡθιήτης: ἴδε μυθίτης.

Greek Monolingual

μυθιήτης και μυθίτης, ὁ (Α)
ο στασιαστής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μῦθος + κατάλ. -ιήτης / -ίτης, πιθ. κατά το πολιήτης (για τη σημ. της λ. πρβλ. μύθαρχοι, μυθητήρες)].