ὑομουσία

From LSJ
Revision as of 21:55, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

ὃ σὺ μισεῖς ἑτέρῳ μὴ ποιήσεις → don't do to others what you don't want them to do to you

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑομουσία Medium diacritics: ὑομουσία Low diacritics: υομουσία Capitals: ΥΟΜΟΥΣΙΑ
Transliteration A: hyomousía Transliteration B: hyomousia Transliteration C: yomousia Beta Code: u(omousi/a

English (LSJ)

[ῠ], ἡ, swine's music, swinish taste in music, Ar.Eq.986(lyr.).

German (Pape)

[Seite 1179] ἡ, Saumusik oder Saugesang, Ar. Equ. 981.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
éducation de porc.
Étymologie: ὗς, μοῦσα.

Russian (Dvoretsky)

ὑομουσία: ἡ ирон. свиной (художественный) вкус Arph.

Greek (Liddell-Scott)

ὑομουσία: ἡ, χοιρομουσική, χοιρίνη πρὸς μουσικὴν διάθεσις, «χοιρῳδία, ἀπαιδευσία» (Σχόλ.), Ἀριστοφ. Ἱππ. 986.

Greek Monolingual

ἡ, Α
απαιδευσία στα σχετικά με τη μουσική.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὗς, ὑός «χοίρος» + -μουσία (< -μουσος < μοῦσα), πρβλ. φιλο-μουσία].

Greek Monotonic

ὑομουσία: [ῠ], ἡ, χοιρομουσική, πρόστυχο γούστο στη μουσική, σε Αριστοφ.

Middle Liddell

ὑο-μουσία, ἡ,
swine's music, swinish taste in music, Ar.