δοριπτοίητος
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
English (LSJ)
ον, scattered by the spear, AP7.297 (Polystr.).
Spanish (DGE)
-ον esparcido por la lanza ὄστεα AP 7.297 (Polystr.).
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
frappé d'un coup de lance.
Étymologie: δόρυ, πτοιέω.
Russian (Dvoretsky)
δοριπτοίητος: разбросанный копьем (νεκρῶν ὀστέα Anth.).
Greek (Liddell-Scott)
δοριπτοίητος: -ον, πτοηθεὶς καὶ διασκορπισθεὶς διὰ τοῦ δόρατος, Ἀνθ. Π. 7. 297.
Greek Monolingual
δοριπτοίητος, -ον (Α)
φοβισμένος και διασκορπισμένος από τα δόρατα.
Greek Monotonic
δοριπτοίητος: -ον (πτοιέω), αυτός που διαλύεται, διασκορπίζεται από το δόρυ, τρομάζει απ' τη μάχη, σε Ανθ.
Middle Liddell
δορι-πτοίητος, ον adj πτοιέω
scattered by the spear, Anth.
German (Pape)
ὀστέα, durch den Speer gescheucht, in der Schlacht zerstreut, Philostr. 2 (VII.297).