ὀγδοηκοστός

From LSJ
Revision as of 08:25, 8 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)\]" to "<b>πρβλ.</b> $2$4, $7$9)]")

Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀγδοηκοστός Medium diacritics: ὀγδοηκοστός Low diacritics: ογδοηκοστός Capitals: ΟΓΔΟΗΚΟΣΤΟΣ
Transliteration A: ogdoēkostós Transliteration B: ogdoēkostos Transliteration C: ogdoikostos Beta Code: o)gdohkosto/s

English (LSJ)

ή, όν, eightieth, Id.Epid.1.3, Th.1.12, etc.

German (Pape)

[Seite 290] der achtzigste, Thuc. 1, 22 u. A.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
quatre-vingtième.
Étymologie: ὀγδοήκοντα.

Russian (Dvoretsky)

ὀγδοηκοστός: восьмидесятый Thuc.

Greek (Liddell-Scott)

ὀγδοηκοστός: -ή, -όν, ὡς και νῦν, Ἱππ. Ἐπιδημ. τὸ Α΄ 941, Θουκ. 1. 22, κτλ.

Greek Monolingual

-ή, -ό (Α ὀγδοηκοστός, -ή, -όν)
(τακτικό αριθμτ.) αυτός που φέρει κατά αριθμητική σειρά τον αριθμό ογδόντα
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το ογδοηκοστό
καθένα από τα ογδόντα ίσα μέρη ενός όλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀγδοήκο-ντα + -στός (πρβλ. εβδομηκοστός, εξηκοστός)].

Greek Monotonic

ὀγδοηκοστός: -ή, -όν (ὀγδοήκοντα), ογδοηκοστός, σε Θουκ., κ.λπ.

Middle Liddell

ὀγδοηκοστός, ή, όν ὀγδοήκοντα
eightieth, Thuc., etc.