οἵ γε καὶ ἐν τῷ παρόντι ἀντιπάλως μᾶλλον ἢ ὑποδεεστέρως τῷ ναυτικῷ ἀνθώρμουν → whose navy, even as it was, faced the Athenian more as an equal than as an inferior
Full diacritics: στεμφῠλίας | Medium diacritics: στεμφυλίας | Low diacritics: στεμφυλίας | Capitals: ΣΤΕΜΦΥΛΙΑΣ |
Transliteration A: stemphylías | Transliteration B: stemphylias | Transliteration C: stemfylias | Beta Code: stemfuli/as |
with or without οἶνος,= στεμφυλίτης, PCair.Zen. 737.2, al. (iii B.C.), Hsch. s.v. λάκυρος.
ὁ, Α
(συν. σε συνεκφορά με το οίνος) ο στεμφυλίτης οίνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στέμφυλον + επίθημα -ίας (πρβλ. τρυγίας)].