ραψωδία
ἔστι γὰρ τὸ ἔλαττον κακὸν μᾶλλον αἱρετὸν τοῦ μείζονος → the lesser of two evils is more desirable than the greater
Greek Monolingual
η / ῥαψῳδία, ΝΜΑ ῥαψῳδός
τμήμα επικού ποιήματος που έχει ενότητα και, κυρίως, καθένα από τα 24 βιβλία στα οποία έχουν χωριστεί τα έπη του Ομήρου (α. «βαβαῖ, Ὅμηρε, οἷά σοι τῶν ῥαψωδιῶν τὰ κεφάλαια χαμαὶ ἔρριπται ἄγνωστα καὶ ἄμορφα», Λουκ.
β. «ῥαψῳδία
σύνταξις ἤ συρραφὴ λόγων ἤ μέρος ποιήματος», Ησύχ.
γ. «ῥαψῳδία ἐστὶ μέρος ποιήματος ἐμπεριειληφός τινα ὑπόθεσιν», Ανέκδοτα Βεκκήρου)
νεοελλ.
μουσ. σχετικά σύντομη διηγηματική μουσική σύνθεση, ελεύθερης μορφής, με επικό, εθνικό ή ηρωικό περιεχόμενο («ουγγρικές ραψωδίες του Λιστ»)
αρχ.
1. απαγγελία επικού ποιήματος («ἆθλα... ἡμῖν oἱ πατέρες ἔθεσαν ῥαψῳδίας», Πλάτ.)
2. επική ποιητική σύνθεση («τὸν μὲν τινα ἐπιδεικνύναι, καθάπερ Ὅμηρος, ῥαψῳδίαν, ἄλλον δὲ κιθαρῳδίαν», Πλάτ.)
3. σχοινοτενής αφήγηση, φλυαρία.