οὕτως
Ἡ κοιλία καὶ πολλὰ χωρεῖ κὠλίγα → Ut multa venter accipit, sic paucula → Der Bauch fasst wenig, aber ebenso auch viel
English (LSJ)
and before a consonant οὕτω (but sts. οὕτως before a consonant, Ar.Av.63, Pl.Grg.522c, D.23.34, PPetr.2p.20 (iii B. C.), PTeb. 124.18 (ii B. C.), etc., and οὕτω before a vowel is found in Ep. Poets and Ion. Prose, v. fin.); in Att. strengthd.
A οὑτωσί Pl.Grg.503d, etc.; οὑτωσίν Hdn.Gr.1.509.2; v. οὗτος Α:—Adv. of οὗτος, in this way or manner, so, thus: οὕτως is antec. to ὡς, Il.4.178, Od.4.148, etc.; in Att. also οὕτως ὥσπερ S.Tr.475, etc.; ὥσπερ... οὕτω καὶ . . X.Cyr.1.4.21; ὡσαύτως, ὥσπερ... οὕτω καὶ . . Pl.Ion534a; also οὕτως, ὅπως . . S.Tr.330, X.Cyr.1.1.2; poet. also ὥστε... οὕτω δὲ . . S.Tr.116 (lyr.): οὕτως is freq. left out after ὡς, ὡς ἔδοξεν αὐτοῖς, καὶ ἐποίουν ταῦτα Th. 8.1, cf. Theoc.7.45 sq.—In Prose, the relat. Pron. freq. follows instead of ὥστε, v. infr. III: when two modes are opposed, they are freq. expressed by οὕτω and ἐκείνως, τότε μὲν ἐκείνως, νῦν δ' οὕτω Isoc. 12.172; οὕτω ῥᾷον ἢ 'κείνως Pl.R.370a, etc.—Sts. οὕτω or -ως refers to what follows, thus, as follows, οὕτω χρὴ ποιεῖν: ἐὰν . . X.An.2.2.2; οὑτωσὶ δὲ λογίζεσθε D.18.244; οὕτω πως ὑπείληφα ib.269; οὑτωσί πως folld. by a quotation, Pl.Ap.28c; καὶ οὕτως even so, even on this supposition, Th.1.10; οὐδ' οὕτως Id.2.76, 6.89, Lys.1.14, v.l. in X.An.4.8.3: strengthd. οὕτω δή Il.2.158; οὕτω γὰρ δή τοι 15.201; οὕτω δή τι, v. infr. III; also οὕτω που so I ween, 2.116, Od.9.262, etc.; οὕτω πῃ Il.24.373; ὣς ὁ μὲν οὕτως ἐστὶ σόος so in this way is he saved, Od.19.300:—Phrases: 1 οὕτω δὴ ἔσται so it shall be, ratifying what goes before, 11.348; ἔσσεται οὕτως 16.31, etc.: in Prose οὕτως alone in answers, even so, just so, X.Oec.1.9; so ἢ οὐχ οὕτως;—οὕτω μὲν οὖν Pl.R.551b, etc. 2 emphat. with the imper., just, without more ado, ἔρρ' οὕτως Il.22.498, cf. 21.184, Od. 6.218, 17.447; but, οὕτω νῦν ἀπόπεμπε as you say, 5.146. 3 in wishes or prayers, so, i.e. if you grant my prayer, οὕτως ἔρως σοι . . τελεσφόρος γένοιτο E.Med.714; οὕτω τί σοι δοίησαν αἱ Μοῦσαι . . τοῦτον . . δεῖρον Herod.3.1; also in protestations, so, i.e. only if what I say is true, οὕτως ὀναίμην τῶν τέκνων, μισῶ τὸν ἄνδρ' (as in Engl., so help me God, so mote I thrive, etc.) Ar.Th.469, cf. Men.Epit.530, Herod.7. 25, Aristaenet.2.13; οὕτω . . νομιζοίμην σοφός, ὡς . . Ar.Nu.520. 4 in colloquial phrase, beginning a story, οὕτω ποτ' ἦν μῦς καὶ γαλῆ there were once on a time... Id.V.1182; οὕτως ἦν νεανίσκος Id.Lys. 785; ἦν οὕτω δὴ παῖς Pl.Phdr.237b. 5 οὕτω with gen., τούτων μὲν οὕτω so much for this, A.Ag.950; οὕτω καὶ τῶν οἰκονομικῶν (v.l. τῷ -κῷ) so also of... Arist.Pol.1253b27; ὥσπερ Χαλκὶς . . τῆς Εὐβοίας . . κεῖται, οὕτω Χερρονήσου . . ἡ Καρδιανῶν πόλις as Chalcis in respect of Euboea... so Cardia in respect of the Chersonese, D.23.182; so οὕτως ἔχω τινός or περί τινος, v. ἔχω (A) B. II. 2; also for εἰς τοῦτο, οὕτω δὲ τάρβους . . ἀφικόμην E.Ph.361 codd. (dub. l.). 6 ὁ οὕτω καλούμενος, ὀνομαζόμενος, the so-called... τῶν Ῥιπαίων οὕτω καλουμένων Ael.NA11.1; τοῦ καὶ ὀνομασθέντος οὕτω ῥήτορος Hermog.Id.2.11; Ποταμὸς δῆμος οὕτω καλούμενος P., a deme of that name, Str.9.1.22. 7 οὕτω, or οὕτω δή, freq. introduces the apodosis after a protasis, ἐπειδὴ περιελήλυθε ὁ πόλεμος... οὕτω δὴ Γέλωνος μνῆστις γέγονε Hdt.7.158, cf. 150, Th.1.131, 2.12,19, etc.; esp. after parts., ἐν κλιβάνῳ πνίξαντες, οὕτω τρώγουσι, i.e. ἐπειδὰν πνίξωσιν, οὕτω... Hdt. 2.92, cf. 100; also οὕτω δή Id.7.174; τὰ ἄλλα καταστρεψάμενος, οὕτως . . στρατεῦσαι ὕστερον Th.3.96; εἰς τὰ σκληρότατα ἀποβλέποντες, οὕτως ἂν μᾶλλον συννοήσαιμεν Pl.Phlb.44e, cf. Grg.457d, 507e, Ap.29b; so ἔπειτα οὕτως X.An.7.1.4: so also after the gen. abs., ὡς . . τῶν ἡγεμόνων ὑμῖν μὴ μεμπτῶν γεγενημένων, οὕτω τὴν γνώμην ἔχετε Th.7.15, cf. X.Cyr.1.6.11, An.1.3.6, etc. II sts. in a really inferential sense, as we say so for therefore, S.Ant.677; οὕτω δή Pl.Phd.61b, etc. III to such an extent, so, so much, so very, so excessively, καλὸς οὕτω Il.3.169; πρυμνόθεν οὕτως so entirely, A.Th.1061 (anap.), cf. Th. 2.47, X.Cyr.1.3.8; οὕτως τι Ar.Av.63: freq. folld. by ὡς or ὥστε, Hdt.1.32, X.An.7.4.3, etc.: sts. the relat. ὅς takes the place of ὥστε, κρήνη οὕτω δή τι ἐοῦσα πικρή, ἣ . . κιρνᾷ (i. e. ὥστε κιρνᾶν) Hdt.4.52; οὐκ ἔστιν οὕτω μῶρος ὃς θανεῖν ἐρᾷ S.Ant.220; τίς δ' οὕτως ἄνους ὃς . . ; Ar. Ach.736, cf. D.8.44; also δυσχείμερος αὕτη ἡ . . χώρη οὕτω δή τί ἐστι, ἔνθα (i. e. ὥστε ἐνταῦθα) τοὺς μὲν ὀκτὼ τῶν μηνῶν ἀφόρητος οἷος γίνεται κρυμός Hdt.4.28: sts. no connecting Particle is used, αἱ [κεφαλαὶ] οὕτω δή τι ἰσχυραί, μόγις ἂν λίθῳ παίσας διαρρήξειας so excessively hard, you could scarcely break them, Id.3.12. 2 with Sup. Adj., τῆς οὕτω μεγίστης ἐγχειρήσεως ἀποσφαλείς Zos.5.19. IV sts., like αὔτως, with a diminishing power, so, merely so, simply, in Hom. always μὰψ οὕτω, Il.2.120 (for without μάψ he always uses αὔτως), cf. Hdt.1.5; μὴ διὰ μέθης . . ἀλλ' οὕτω πίνοντας πρὸς ἡδονήν Pl.Smp.176e, cf. Grg.494e, Phdr.235c, Tht.147c, 158b, Thphr.Od.67, etc.; ἐν συνουσίᾳ καὶ διατριβῇ οὕτως ἰδίᾳ D.21.71, cf. 1.20; τοὺς ὀδόντας . . οὕτως ἂν τοῖς δακτύλοις αὐτοῖς . . παρατρίβειν, i.e. without a dentifrice, Diocl. Fr.141; so οὕτω γε ἀπὸ στόματος Pl.Tht.142d; οὕτω ποτέ Id.Ly. 216c; οὕτω πως D.1.20; also, off-hand, at once, Pl.Grg.464b, etc.; ἁπλῶς οὕτως Id.Lg.633c; ἀλλ' οὕτως ἄπει ; so, without a word more . . ? S.Ph.1067; ἢ στραφεὶς οὕτως ἴω ; Id.Ant.315, cf. E.Heracl.374 (lyr.); ἐφεξῆς οὑτωσὶ καθεζόμενος D.21.119; ὡς οὕτω γ' ἀκοῦσαι at first hearing, Pl.Euthphr.3b; so ὥς γε οὑτωσὶ ἀκοῦσαι Id.Ly.216a; ἀκούειν μὲν οὕτως ἁπλῶς Id.Phlb.12c; οὐ . . οὕτως ἄπει, = impune, E.Alc.680. V as Hebraism, οὕτως, = such a person (thing), οὕτως οὐδέποτε εἴδαμεν Ev.Marc.2.12, cf. LXXGe.29.26, Ev.Matt.9.33, Ev.Luc.2.48, al. B Position of οὕτω or οὕτως, mostly before the word which it limits, but in Poets sts. after, καλὸς οὕτω Il.3.169; οὐδέ τι λίην οὕτω νώνυμός ἐστιν Od.13.239; ἔρημος οὕτω, ἄγαν οὕτω, S.Ph.487, 598: rarely at the end of a clause, Od.18.255, Hdt.7.170 (dub. l.): sts. separated from the word which it limits, οὕτως ἔχει τι δεινόν ; S.Ph. 104; οὕτως ἐπὶ δεινὰς ἁρπαγάς Pl.R.391d, cf. Th.2.11; οὕτω δ' ἦν ὁ Φίλιππος ἐν φόβῳ... ὥστε . . D.18.33. C Prosody. The last syll. of οὕτω is short before a vowel in Il.3.169, Od.3.315. The ι of οὑτωσί is always long, v. οὗτος init.
German (Pape)
[Seite 423] und vor Consonanten gewöhnlich οὕτω, adv. zu οὗτος, auf diese Weise, so, also, bes. so sehr; dem Relativum ὡς entsprechend, αἴθ' οὕτως ἐπὶ πᾶσι χόλον τελέσει' Ἀγαμέμνων, ὡς καὶ νῦν ἅλιον στρατὸν ἤγαγεν, Il. 4, 178, vgl. Od. 4, 148. 485. 17, 440. 18, 236; u. bei den Attikern auf ὥςπερ folgend, ἔστιν γὰρ οὕτως, ὥςπερ οὗτος ἐννέπει, Soph. Trach. 475; ὥςπερ τὰ χαλκεῖα πληγέντα μακρὸν ἠχεῖ, καὶ οἱ ῥήτορες οὕτω, Plat. Prot. 329 a, vgl. Theaet. 159 b Phaed. 92 d; οὕτως, ὅπως ἥδιστα, Soph. Tr. 329; ἐπὶ τούτους ἰτέον εἶναι οὕτως, ὅπως δύναιντο, so wie sie könnten, Xen. An. 6, 3, 30; auch nachfolgend dem Relativum, ἐκέλευσε δὲ τοὺς Ἕλληνας ὡς νόμος αὐτοῖς, οὕτω ταχθῆναι, 1, 2, 15; – ohne diese Beziehung, Hom. u. Folgde überall; οὕτως ἔσται, so wird, soll es sein, geschehen, bekräftigend oder bejahend, Od. 11, 348. 16, 31. 17, 599. 21, 257; – οὕτω δή, so also, so denn, Il. 2, 158. 14, 88. 15, 533 Od. 5, 204; οὕτω γὰρ δή τοι, Il. 15, 201; οὕτω που, so wohl, 2, 116. 14, 69 u. öfter; οὕτω πη, 24, 373. Oft bei adj. u. adv., οὕτω πολλοί, so viele, Xen. An. 4, 8, 21; auch nachgesetzt, ἄγαν οὕτω, Soph. Phil. 594; ἀμέριμνος οὕτως, Ai. 1186; πολλὰ οὕτως, Xen. An. 2, 4, 7; vgl. λίαν οὕτω, Od. 13, 239. – Besonders ist zu merken – a) οὕτως – ὡς bei Wünschen oder Betheuerungen, εἰ γὰρ ἐγὼν οὕτω γε Διὸς παῖς εἴην, ὡς νῦν ἡμέρη ἥδε κακὸν φέρει Ἀργείοισιν, Il. 13, 825, wenn ich doch Zeus' Sohn wäre, so wahr wie dieser Tag Unheil bringt, vgl. Od. 17, 494; οὕτω νικήσαιμι γ' ἐγὼ καὶ νομιζοίμην σοφός, ὡς –, Ar. Nubb. 512, vgl. Thesm. 469, καὐτὴ γὰρ ἔγωγ', οὕτως ὀναίμην τῶν τέκνων, μισῶ τὸν ἄνδρ' ἐκεῖνον, so wahr ich wünsche, Freude an meinen Kindern zu erleben, hasse ich jenen Mann; Eur. Med. 712; Sp., wie Luc. Philops. 27, οὕτως ὀναίμην τούτων, ὡς ἀληθῆ ἐρῶ. – b) in der Antwort, bejahend, ja, so ist es, οὕτως, ἔφη, ἀγαπήσομεν, Plat. Rep. V, 472 c; οὕτω μὲν οὖν, VIII, 551 b. – c) so und nur so, d. i. schlechtweg, ohne Weiteres, mit dem Nebenbegriff des Leichtnehmens und Vernachlässigens, wie Hom. sagt μὰψ οὕτω, Il. 2, 120 (vgl. αὔτως); ἀκάθαρτον οὕτως ἐᾶν, Soph. O. R. 256; ὡς μή γ' ἄτιμον οὕτω μ' ἀφῇ γε, O. C. 1281, vgl. Ant. 315 Phil. 1056, Eur. Alc. 690, ἀλλ' οὕτω πίνοντες πρὸς ἡδονήν, so bloß nach Belieben, Plat. Conv. 176 e, vgl. οὕτως εἰκῇ Gorg. 506 d, οὕτως ἐξαίφνης Crat. 390 e; ἁπλῶς οὕτως u. ä., ohne Weiteres, auf der Stelle, νῦν μὲν οὕτως οὐκ ἔχω εἰπεῖν, Phaedr. 237 c; εἴ τις ἔροιτο νῦν οὕτως ἐν τῷ παρόντι, Theaet. 158 b, vgl. Gorg. 464 b; ὥς γε οὑτωσὶ δόξαι, Rep. IV, 432 b, so ohne es genauer zu prüfen, vgl. Gorg. 509 a Phaed. 62 b; ἀκούειν μὲν οὕτως, Phil. 12 c; ὡς οὕτως ἀκοῦσαι, Euthyphr. 3 b; ὥς γε οὑτωσὶ ἀκοῦσαι, Lys. 216 a; vgl. Wolf zu Dem. Lept. p. 235. – d) oft faßt οὕτως den ganzen vorigen Satz zusammen und beginnt wie unser so den Nachsatz, Her. oft; Plat. Gorg. 461 a, ἐπειδὴ δὲ ἔλεγες, ὅτι –, οὕτω θαυμάσας εἶπον; – nach einem Participium, ἐγγυητὰς χρῆν καταστήσαντα ἦ μὴν συνοικήσειν αὐτῇ, οὕτω ἀπάγεσθαι, so, dann erst, Her. 1, 196, vgl. 2, 94; auch οὕτω δή, 1, 94. 7, 158; τὴν γὰρ γνώμην εἶχε τὰ ἄλλα καταστρεψάμενος οὕτως ἐπὶ Ὀφιονέας στρατεῦσαι ὕστερον, Thuc. 3, 96; εὐθὺς ἀναστὰς οὕτω δεῦρο ἐπορευόμην, Plat. Prot. 310 d, vgl. Gorg. 457 c Phil. 44 e, öfter; ἐκέλευσεν αὐτὸν συνδιαβάντα ἔπειτα οὕτως ἀπαλλάττεσθαι, dann erst sich zu entfernen, Xen. An. 7, 1, 4, vgl. Hell.. 3, 2, 9, öfter; πάντα εἰς τοῦτο – συντείνοντα –, οὕτω πράττειν, Plat. Gorg. 507 d, so handeln, daß man auf dies Alles sieht; Phaed. 67 e. – Auch folgt das Participium zur Erklärung des οὕτω, ἆρ' οὖν οὕτως ἂν περὶ σῶμα εὐδαιμονέστατος ἄνθρωπος εἴη, ἰατρευόμενος ἢ μηδὲ κάμνων ἀρχήν; Plat. Gorg. 477 c, so –, wenn er; ᾧ ἔτι προσήκει διαλέγεσθαι οὕτω, ψελλιζόμενον, so, nämlich stammelnd, ib. 485 a, vgl. Phaed. 59 a; παῖδα οὕτως ἐδωρήσατο προπίνων, Xen. An. 4, 3, 27. – e) zu Anfang eines Satzes in der gewöhnlichen Umgangssprache, οὕτω ποτ' ἦν μῦς, da war einmal eine Maus, Ar. Vesp. 1221; ἦν οὕτω δὴ παῖς, Plat. Phaedr. 237 b. – f) οὕτω μέν – οὕτω δέ –, theils – theils. – Οὕτω vor Vocalen kommt nur bei Her. vor; οὕτως vor Consonanten oft.