ἐπαναφέρω
ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
English (LSJ)
poet. ἐπαμφέρω, fut.
A ἐπανοίσω Epicur.Sent.25: aor. 1 -ήνεγκα:—throw back upon: hence, ascribe, refer, μή τι θεοῖς τούτων μοῖραν ἐπαμφέρετε Sol.11.2; τι εἴς τινα or εἴς τι, Ar.Nu.1080, Pl.R.434e, D.5.11, 27.49; ἐπί τι Pl.Lg.680d; ἐπί τι αἴτιον Arist.Ph.196a13; ἐπὶ τὸ τέλος Epicur.Sent.25; πρός τι Hp.VM1 (v.l.); ἐπί τινα, of an analogous case, ib. 10: abs., πάλιν ἐ. And.3.33; ἐ. τινὶ ὑπέρ τινος, Lat. referre alicui de re, Plb.21.4.14:—Pass., ἐπανενεχθεισῶν τῶν συνθηκῶν εἰς τὴν Ῥώμην Id.1.17.1. b intr. in Act., rise or be referred to a cause, ἐπί τι Pl.Ly.219c. 2 put into the account, D.41.20, cf. IG22.1607a7. 3 bring back a message, X.HG2.2.21 (Act. with Med. as v.l.); ὥς τινα Plu.Art. 29. 4 vomit, Aret.SA2.2. II intr., recover consciousness, ἐπανενέγκαντες θνῄσκουσι Hp.Coac.1 (unless = sigh, cf. ἀναφέρω 1.2). 2 of disease, abate, Aret.SA2.1. III Pass., rise, as an exhalation, X.Cyn.5.2; as stars or the sun, Gem.7.11, Plu.2.19e, cf. 735a; esp. in Astrol., occupy the position following a κέντρον, Ptol.Tetr.115. 2 move in counter revolution, Ti.Locr. 96d. IV Rhet., repeat a word (cf. sq.), Demetr.Eloc.59:—Pass., ib.268, D.H.Dem.40.
German (Pape)
[Seite 901] (s. φέρω), p. ἐπαμφέρω, zurückführen, beziehen auf, referre, εἰς τὸν ἕνα Plat. Rep. IV, 434 c; Crat. 425 d; ές τὸν Δί' Ar. Nubb. 1080, die Schuld auf Zeus schieben; οὐδ' εἰς μίαν οὔτε δεινότητα, οὔτε ἀλαζονείαν ἐπανοίσω, ich will nicht meine Gewandtheit als Grund anführen, es mir nicht so auslegen, Dem. 5, 11, vgl. 27, 49 τὸν ἀριθμὸν τῶν χρημάτων εἴς τινα ἐπ., auf Jem. schieben; ἐπί τι, Plat. Legg. III, 680 d; πρός τι, Hippocr. – Bei Andoc. 3, 33 = zur Entscheidung zurück berichten; vgl. Dem. 7, 9; Xen. Hell. 2, 2, 21; ἐπὶ τὸ κοινὸν τὴν σκέψιν, τὴν ζήτησίν τινι, Luc.; ὑπέρ τινος, Pol. 21, 2, 14; in Rechnung bringen, Dem. 41, 20. – Intr., zurückkehren, ἐπί τι, Plat. Lys. 219 c; sich erholen, Hippocr. – Im med. so Tim. Locr. 96 d ἐπαναφερόμενα καὶ καθ' αὑτὰ κινεόμενα. – Aber Xen. Cyn. 5, 2, τὰ ἴχνη ἐπαναφερόμενα ὄζει, = ausdünstend.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπαναφέρω: ποιητ. ἐπαμφέρω = ἀναφέρω, ἀναφέρω, ἀποδίδω τι εἴς τινα, μή τι θεοῖς τούτων μοῖραν ἐπαμφέρετε Σόλων 10. 2· τι εἴς τινα ἢ εἴς τι Ἀριστοφ. Νεφ. 1080, Πλάτ. Πολ. 434Ε, Δημ. 59. 25· ἐπί τι Πλάτ. Νόμοι 680D, Ἀριστ. Φυσ. 2. 4, 3 κ. ἀλλ.· πρός τι Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 8· ἐπί τινα, ἐπὶ ἀναλόγου περιστάσεως, αὐτόθι 11· ἀπολ., Ἀνδοκ. 27. 37· ἐπ. τινὶ ὑπέρ τινος, Λατ. referre alicui de re, Πολύβ. 21. 2, 14. 2) ὑπολογίζω, Λατ. referre in..., Δημ. 829. 5., 1034. 8. 3) κομίζω ὀπίσω ἀγγελίαν ἐν τῷ Μέσ. τύπῳ, ἐπανέφερον ταῦτα εἰς Ἀθήνας (ὁ Θηραμένης καὶ οἱ σὺν αὐτῷ πρέσβεις) Ξεν. Ἑλλην. 2. 2, 21· ὥς τινα Πλουτ. Ἀρτοξ. 29. ΙΙ. ἀμεταβ., ἐπανέρχομαι εἰς ἐμαυτόν, Ἱππ. 118Α· καθόλου, ἔρχομαι ὀπίσω, ἐπανέρχομαι, ὑποστρέφω, ἐπί τι Πλάτ. Λύσ. 219C· οὕτως ἐν τῷ Παθ., Τίμ. Λοκρ. 96D. ΙΙΙ. ἐν τῷ Παθ. ὡσαύτως, φέρομαι πρὸς τὰ ἄνω ἐκ τοῦ ἐδάφους ὡς ἀναθυμίασις, ἐπὶ τῆς ὀσμῆς τῶν ἰχνῶν ζῴου, τότε δὲ καὶ οἱ κύνες ὀσφραίνονται καὶ αὐτὰ (τὰ ἴχνη) ἐπαναφερόμενα ὄζει Ξεν. Κυν. 5. 2· ἐπὶ τοῦ ἡλίου, ἀνυψοῦμαι, ἡλίου δὲ ἐπαναφερομένου Πλούτ. 2. 19Ε.
French (Bailly abrégé)
f. ἐπανοίσω, ao.2 ἐπανήνεγκον;
faire remonter à : τι εἴς τινα rejeter sur qqn la cause de qch, imputer qch à qqn;
Moy. ἐπαναφέρομαι;
1 tr. reporter un message;
2 intr. se montrer de nouveau.
Étymologie: ἐπί, ἀναφέρω.