Καλλικολώνη
From LSJ
Μισῶ γε μέντοι χὤταν ἐν κακοῖσί τις ἁλοὺς ἔπειτα τοῦτο καλλύνειν θέλῃ → I hate it when someone is caught in the midst of their evil deeds and tries to gloss over them
English (LSJ)
ἡ, Fair-hill, a hill near Troy, on the Simois, Il. 20.53, 151; — also Καλλικόλωνος, ὁ, Demetr. Sceps. ap. Sch. Il. 20.53.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
Kallikolônè « la belle colline », près de Troie.
Étymologie: καλός, κολώνη.
Russian (Dvoretsky)
Καλλικολώνη: ἡ Калликолона, «Красивый холм» (возвышенность близ Трои) Hom.
Greek (Liddell-Scott)
Καλλικολώνη: ἡ, (ὡραῖος λόφος), τόπος πλησίον τῆς Τροίας ἐπὶ τοῦ Σιμόεντος, Ἰλ. Υ. 53, 151· - ὡς ἐπίθ., καλλικόλωνος λόφος Δημήτρ. Σκήψιος παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Ἰλ. Υ. 53.
English (Autenrieth)
Fair-mount, near Ilium, Il. 20.53, 151.