Μυκήνες
From LSJ
κακὸς μὲν γὰρ ἑκὼν οὐδείς → no one is voluntarily wicked, no one is voluntarily bad
Greek Monolingual
οι (ΑΜ Μυκῆναι)
αρχαία πόλη στην περιοχή της Αργολίδας.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Το τοπωνύμιο Μυκῆναι προήλθε πιθ. από το όν. της νύμφης Μυκήνη (πρβλ. Αθῆναι < Αθήνη), οπότε η λ. ανήκει στο προελληνικό γλωσσικό υπόστρωμα. Κατ' άλλη άποψη, όχι τόσο πιθανή, η λ. ανήκει στην ΙΕ γλωσσική οικογένεια και παράγεται από το μύκης «μανιτάρι», οπότε θα σήμαινε «τόπος όπου υπάρχουν μανιτάρια»].