Πελοπόννησος
Ὕπνος πέφυκε σωμάτων σωτηρία → Incolumitas est corporis nostri sopor → Der rechte Weg ist zur Gesunderhaltung Schlaf
English (LSJ)
ἡ, for Πέλοπος νῆσος,
A the Peloponnesus, h.Ap.250, Hermipp.45, etc.; οἱ Πελοποννήσιοι, Hdt.2.171, etc.; ὄνομα Πελοποννήσιον Aen.Tact.27.1: Adj., ὁ Πελοποννησιακὸς πόλεμος Str. 13.1.39, D.S.13.24 (also ὁ Πελοποννήσιος πόλεμος Paus.4.6.1); τὰ Πελοποννησιακά Str.14.2.9: Adv., Πελοποννασιστὶ λαλεῖν talk in the Peloponnesian, i.e. Dorian, dialect, Theoc.15.92.
French (Bailly abrégé)
ου (ἡ) :
le Péloponnèse.
Étymologie: Πέλοψ, νῆσος.
Russian (Dvoretsky)
Πελοπόννησος: дор. Πελοπόννᾱσος ἡ Пелопоннес, «Остров Пелопа» (южн. полуостровная часть Балканского п-ова, ныне Морея) HH, Her., Thuc., Xen. etc.
Greek (Liddell-Scott)
Πελοπόννησος: ἡ, ἀντὶ Πέλοπος νῆσος, ὡς καὶ νῦν, Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἀπόλλ. 250. 290, Ἕρμιππος ἐν «Μοίραις» 3, κλ.· ― οἱ Πελοποννήσιοι, Ἡρόδ. κλ.· ἐπίθ., ὁ Πελοποννησιακὸς πόλεμος Στράβ. 600, Διόδ.· (ὡσαύτως ὁ Πελοποννήσιος π. Παυσ. 4. 6, 1)· οὕτω, τὰ Πελοποννησιακὰ Στράβ. 654· ― Ἐπίρρ. Πελοποννᾱσιστὶ λαλεῖν, λαλεῖν τινα διάλεκτον τῶν Πελοποννησίων, δηλ. Δωριστί, Θεόκρ. 15. 92.
Greek Monolingual
η, ΝΜΑ
γεωγραφικό διαμέρισμα της Ελλάδας το οποίο βρίσκεται στη νότια ηπειρωτική περιοχή της.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Πέλοψ, -οπος + νῆσος (πρβλ. χερσόννησος)].
Greek Monotonic
Πελοπόννησος: ἡ αντί Πέλοπος νῆσος, η Πελοπόννησος, ο επονομαζόμενος και ως Μοριάς, σε Ομηρ. Ύμν. κ.λπ.· οἱ Πελοποννήσιοι, σε Ηρόδ. κ.λπ.· επίθ. Πελοποννησιακός, -ή, -όν, σε Στράβ.· επίρρ. Πελοποννᾱσιστί, στην Πελοποννησιακή (δηλ. Δωρική) διάλεκτο, σε Θεόκρ.
Middle Liddell
Πελοπόννησος, ἡ,
for Πέλοπος νῆσος, the Peloponnesus, now the Morea, Hhymn., etc.
Translations
af: Peloponnesos; als: Peloponnes; an: Peloponiso; ar: بيلوبونيز; ast: Peloponesu; az: Peloponnes; be_x_old: Пэляпанэс; be: Пелапанес; bg: Пелопонес; bn: পেলোপনেস; br: Peloponnesos; bs: Peloponez; ca: Peloponès; ceb: Peloponnese; cs: Peloponés; cy: Peloponnesos; da: Peloponnes; de: Peloponnes; el: Πελοπόννησος; grc: Πελοπόννησος, Πελοπόννασος, Πέλοπος νῆσος, Πελοπία χθών, Ἄργος, Ἀπία χώρα, Ἀπία γῆ, Ἀπία χθών, Ἀπία; en: Peloponnese; eo: Peloponezo; es: Peloponeso; et: Peloponnesos; eu: Peloponeso; fa: پلوپونز; fi: Peloponnesos; fo: Peloponnes; fr: Péloponnèse; fy: Peloponnesos; ga: An Pheilipinéis; gl: Peloponeso; he: פלופונסוס; hi: पेलोपोनीज़; hr: Peloponez; hu: Peloponnészosz; hy: Պելոպոնես; id: Peloponnesos; is: Pelópsskagi; it: Peloponneso; ja: ペロポネソス半島; ka: პელოპონესის ნახევარკუნძული; ko: 펠로폰네소스반도; ku: Pelopones; ky: Пелопоннес; la: Peloponnesus; lb: Peloponnes; lmo: Pelopunés; lt: Peloponesas; lv: Peloponesa; mk: Пелопонез; ms: Peloponnesos; nds: Peloponnes; nl: Peloponnesos; nn: Peloponnes; no: Peloponnes; oc: Peloponès;: Peloponez; pnb: پیلوپونیز; pt: Peloponeso; ro: Peloponez; rue: Пелопонез; ru: Пелопоннес; scn: Pilupunnesu; sco: Peloponnese; sh: Peloponez; simple: Peloponnese; sk: Peloponéz; sl: Peloponez; sq: Peloponezi; sr: Пелопонез; sv: Peloponnesos; th: เพโลพอนนีส; tr: Mora Yarımadası; uk: Пелопоннес; ur: موریہ; uz: Peloponnes; vec: Morea; vi: Peloponnesos; war: Peloponeso; wuu: 伯罗奔尼撒; zh_min_nan: Pelopónnisos; zh_yue: 伯羅邦尼斯; zh: 伯罗奔尼撒