αἰολοβρόντης

From LSJ

ἐν μὲν γὰρ ταῖς ἐπιστολαῖς αὐτοῦ οὐδὲ μνήμην τῆς οἰκείας προσηγορίας ποιεῖται, ἢ πρεσβύτερον ἑαυτὸν ὀνομάζει, οὐδαμοῦ δὲ ἀπόστολον οὐδ' εὐαγγελιστήν (Eusebius, Demonstratio evangelica 3.5.88) → For in his epistles he doesn't even make mention of his own name — or simply calls himself the elder, but nowhere apostle or evangelist.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αἰολοβρόντης Medium diacritics: αἰολοβρόντης Low diacritics: αιολοβρόντης Capitals: ΑΙΟΛΟΒΡΟΝΤΗΣ
Transliteration A: aiolobróntēs Transliteration B: aiolobrontēs Transliteration C: aiolovrontis Beta Code: ai)olobro/nths

English (LSJ)

αἰολοβρόντου, ὁ, wielder of the flashing thunderbolt, Ζεὺς αἰ. Pi.O.9.42.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
qui lance le tonnerre.
Étymologie: αἰόλος, βροντή.

German (Pape)

Donnerschleuderer, Zeus, Pind. Ol. 9.45.

Russian (Dvoretsky)

αἰολοβρόντης: ου ὁ громовержец (эпитет Зевса) Pind.

Greek (Liddell-Scott)

αἰολοβρόντης: -ου, ὁ τὸν κεραυνὸν ὀφιοειδῶς ἐπισείων καὶ βροντῶν, Ζεὺς αἰ., Πινδ. Ο. 9. 64.

Greek Monotonic

αἰολοβρόντης: -ου, ὁ (βροντή), αυτός που ρίχνει ή κατευθύνει αστραπές, κεραυνούς και βροντές· Ζεὺς αἰολοβρόντης, σε Πίνδ.

Middle Liddell

βροντή
wielder of lightning, Ζεύς Pind.