βουθοίνης

From LSJ

κατὰ τὸ φιλόκαλον πειραθέντα κατανοῆσαι → see by working out the calculation

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βουθοίνης Medium diacritics: βουθοίνης Low diacritics: βουθοίνης Capitals: ΒΟΥΘΟΙΝΗΣ
Transliteration A: bouthoínēs Transliteration B: bouthoinēs Transliteration C: vouthoinis Beta Code: bouqoi/nhs

English (LSJ)

βουθοίνου, ὁ, beef-eater, epithet of Hercules, APl.4.123, Eust.962.7.

German (Pape)

[Seite 456] ὁ, Rinderschmauser, Herakles, Ep. ad. 289 (Plan. 123).

French (Bailly abrégé)

α (ὁ) :
qui se régale de bœufs, mangeur de bœufs.
Étymologie: βοῦς, θοίνη.

Greek (Liddell-Scott)

βουθοίνης: -ου, ὁ, ὁ ἐσθίων βοῦς, ἐπίθ. τοῦ Ἡρακλέους, Ἀνθ. Πλαν. 123.

Greek Monolingual

βουθοίνης, ο (AM)
(για τον Ηρακλή) εκείνος που μπορεί να φάει ένα ολόκληρο βόδι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βούς + θοίνη, η «συμπόσιο, τροφή, φαγητό»].

Greek Monotonic

βουθοίνης: -ου, ὁ (θοίνη), αυτός που τρώει βόδια, σε Ανθ.

Middle Liddell

θοίνη
beef-eater, Anth.