γυναικοκτόνος

From LSJ

Φίλον δι' ὀργὴν ἐν κακοῖσι μὴ προδῷς → Amicum ob iram deserere cave in malis → Verrate einen Freund nicht in der Not aus Zorn

Menander, Monostichoi, 529
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γῠναικοκτόνος Medium diacritics: γυναικοκτόνος Low diacritics: γυναικοκτόνος Capitals: ΓΥΝΑΙΚΟΚΤΟΝΟΣ
Transliteration A: gynaikoktónos Transliteration B: gynaikoktonos Transliteration C: gynaikoktonos Beta Code: gunaikokto/nos

English (LSJ)

γυναικοκτόνον, murdering women, Ph.2.581, Cat.Cod.Astr.8(4).128.

Spanish (DGE)

-ον
asesino de mujeres παραστησόμενοι γυναῖκας τῷ ἱερῷ γυναῖκας οἱ γυναικοκτόνοι Ph.2.581, cf. Cat.Cod.Astr.8(4).128.

German (Pape)

[Seite 510] ὁ, Frauenmörder, Philo.

Greek (Liddell-Scott)

γῠναικοκτόνος: -ον, ὁ φονεύων γυναῖκας, Φίλων 2. 581.

Greek Monolingual

ο (Α γυναικοκτόνος)
φονιάς γυναικών
νεοελλ.
ο συζυγοκτόνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γυνή, γυναικός + -κτόνος < κτείνω (πρβλ. ανδροκτόνος, μητροκτόνος, πατροκτόνος)].