Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

διάχυση

From LSJ

L'amor che move il sole e l'altre stelleLove that moves the sun and the other stars

Dante Alighieri, Paradiso, XXXIII, v. 145

Greek Monolingual

η (AM διάχυσις)
διασκορπισμό, έκχυση
νεοελλ.
διαχύσεις
ζωηρή εκδήλωση φιλικών συναισθημάτων
αρχ.
1. έκταση, εξάπλωση
2. φθορά, καταστροφή, βλάβη
3. τήξη
4. καταπράυνση
5. χαύνωση, χαλάρωση
6. φαιδρότητα
7. (ειρωνικά) εμπαιγμός
8. το δελφίνι (Για τις εγκυκλοπαιδικές χρήσεις του όρου βλέπε τα αντίστοιχα εγκυκλοπαιδικά λήμματα).