θανατάω
τὴν πολιὴν καλέω Νέμεσιν πόθου, ὅττι δικάζει ἔννομα ταῖς σοβαραῖς θᾶσσον ἐπερχομένη → I call gray hairs the Nemesis of love, because they judge justly, coming sooner to the proud
English (LSJ)
Desiderat. of θανεῖν,
A desire to die, Pl.Phd. 64b, Ax.366c, Alex.211, J.BJ3.7.18, Gal.8.190, Max.Tyr.26.9, Philostr.VA7.31.
II to be moribund, Ph.2.505, Lyd.Mag.3.40, v.l. in 45.
German (Pape)
[Seite 1186] desiderat. zu θανεῖν, ich wünsche zu sterben, Plat. Phaed. 64 b Ax. 366 c, öfter bei Sp., wie Luc. Peregr. 32, Philo.
French (Bailly abrégé)
Russian (Dvoretsky)
θᾰνᾰτάω: [desiderat. к θανεῖν от θνῄσκω желать смерти, томиться по смерти (οἱ φιλοσοφοῦντες θανατῶσι Plat.): θ. ἐν τοῖς πολέμοις Plut. стремиться умереть на полях сражения.
Greek (Liddell-Scott)
θᾰνᾰτάω: ἐφετ. τοῦ θανεῖν, ἐπιθυμῶ νὰ ἀποθάνω, Πλάτ. Φαίδωνι 64Β, Ἀξ. 366C. Ἄλεξ. Συναπ. 3.
Greek Monotonic
θᾰνᾰτάω: εφετ. του θανεῖν, επιθυμώ να πεθάνω, σε Πλάτ.