θεύμορος
From LSJ
Βίων δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον → Bion used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Bion said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep
German (Pape)
[Seite 1204] dor. = θεόμορος, Pind. Ol. 3, 10. Der Übergang von θεο- in θευ- findet bei den Doriern in zusammengesetzten Wörtern, bes. in nom. pr. häufig Statt, während die Attiker in θου- zusammenziehen.
French (Bailly abrégé)
dor. et ion. c. θεόμορος.
Greek Monolingual
θεύμορος, ὁ (Α)
(δωρ. τ.), βλ. θεόμορος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. θεόμορος. Το α' συνθετικό θευ- είναι δωρ. τ. του θεο-].