θηρολέξης

From LSJ

εἰ μέντοι νόμον τελεῖτε βασιλικὸν κατὰ τὴν γραφήν, Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν, καλῶς ποιεῖτε → Now if you're accomplishing the King's Law according to scripture — Thou shalt love thy neighbour as thyself — you're doing the right thing (James 2:8)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θηρολέξης Medium diacritics: θηρολέξης Low diacritics: θηρολέξης Capitals: ΘΗΡΟΛΕΞΗΣ
Transliteration A: thēroléxēs Transliteration B: thērolexēs Transliteration C: thiroleksis Beta Code: qhrole/chs

English (LSJ)

θηρολέξου, ὁ, word-chaser, Hsch.

Greek Monolingual

θηρολέξης και διάφ. γρφ. θηρολέκτης, ὁ (Α)
αυτός που συλλέγει λέξεις, λεξιθήρας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θηρο- (< θήρα) + -λέξης (< λέξις), τ. που απαντά μόνο στο παρόν συνθ. όν.].